Τα ΦΡΥΓΑΝΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ. (τα ΞΥΛΑ και το ΚΛΑΡΙ.)

 

Γράφει ο Παναγιώτης Ηλ. Χολής.

 Το Καλοκαίρι έφευγε σιγά σιγά και το φθινόπωρο έκανε την εμφάνιση του στα φτωχικά και τίμια χωριά μας. 


Ο τρύγος είχε τελειώσει, τα βαρέλια γέμισαν μούστο, τα κελάρια μύριζαν το θεϊκό άρωμα του και τα βάζα του σπιτιού είχαν γεμίσει με γλυκά εδέσματα του μούστου και του αμπελιού ,όπως σκουμαΐδες και γλυκό σταφύλι.

Ο νοικοκύρης με την νοικοκυρά του, σαν τα μυρμήγκια που εργάζονται γεμίζοντας  με τροφή την φωλιά τους  δουλεύοντας ασταμάτητα,  βάζουν πλώρη για τις επόμενες προετοιμασίες μέχρι να έρθει ο χειμώνας.

Ο στόχος είναι να εξασφαλισθεί η αναγκαία ποσότητα σε κλαρί,φρύγανα,και ξύλα ώστε ο χειμώνας να βγει χωρίς ελείψεις των βασικών αυτών  υλικών που θα βοηθούσαν  την κρύα καθημερινότητα του χειμώνα στη θέρμανση, την τροφή των οικόσιτων και την ύλη για καύση του ξυλόφουρνου.

Θα μεταφερθούμε στις εποχές, οριακά έως τη δεκαετία του 1970,  που οι μετακινήσεις και οι μεταφορές γίνονταν με τα αγαπημένα και συμπαθέστατα , ακούραστα και υπομονετικά γαϊδουράκια και μουλάρια. 

Από βραδύς ο νοικοκύρης με την νοικοκυρά του προγραμμάτιζαν την αυριανή ασχολία τους που θα ήταν η επίσκεψη στο δάσος για κοπή τις ύλης. "Αύριο άντρα λέω να πάμε για φρύγανα" ,λέει η γυναίκα στον  άντρα της. "Να πάμε γυναίκα αφού δεν έχουμε κανένα... εσύ ξέρεις, που λες να πάμε;" Καθόριζαν με αυτά τα σύντομα λόγια την αυριανή αποστολή τους. 

Πρωί πρωί σαμάρωναν τον γάιδαρο ,φόρτωναν ένα σακούλι μέσα στο οποίο εβαζαν ένα  παγούρι με νερό και ένα Τβαέλι ( μεγάλη υφασμάτινη πετσέτα φαγητού ) μέσα στο οποίο τύλιγαν ένα κομμάτι ψωμί και λίγο τυρί με ελιές ,για την περίπτωση που πεινάσουν, κάτι σαν κολατσιό.Ενα δεύτερο σακούλι, μέσα στο οποιο έβαζαν ένα χειροκίνητο πριόνι, την κλαδευτήρα και ένα τσεκούρι,απαραίτητα εργαλεία για την κοπή των φρυγάνων. Απαραίτητα θα είχαν μαζί τους και δυο ή τρεις,πολλών μέτρων τριχιές(τρίχινα Σχινιά) ώστε να δέσουν τα δεμάτια τους. Όλα έτοιμα και ανεβαίνει καβάλα στο γάιδαρο η κυρά και ο άντρας κρατώντας το σχοινί του γαϊδουριού προχωρούσε μπροστά οδηγώντας  στο χώρο που θα πήγαιναν. Στο σημείο  αυτό να προσθέσω ότι η εικόνα να είναι μόνιμα καβάλα στο σαμάρι του γαϊδάρου η γυναίκα και ο άντρας με τα πόδια μπροστά να σέρνει το γάιδαρο δεν ήταν δεδομένο. Πολλές φορές,για να μη πω τις περισσότερες,  παρατηρούσαμε ο άντρας να είναι καβάλα στο γάιδαρο και η γυναίκα να προπορεύεται με τα πόδια. Αυτό είχε μια εξήγηση, της εποχής, ότι γινόταν από σεβασμό της γυναίκας στον άντρα ,στην ποιο καλή εκδοχή, ή στην πατριαρχική έννοια της οικογένειας ότι ο άντρας ήταν ο "άρχοντας"του σπιτιού και η γυναίκα κατώτερη του που όφειλε να τον υπηρετεί. Δυστυχώς ίσχυαν τέτοιες πρακτικές εκείνα τα χρόνια. 

Φτάνοντας στο γειτονικό δάσος είχαν ήδη επιλέξει τα σημεία που θα έκοβαν τα φρύγανα και βγάζοντας το τσεκούρι, το πριόνι και την κλαδευτηρα άρχισαν τις εργασίες. Τα φρύγανα δεν ήταν τίποτε άλλο από μεγάλα η μικρότερα κλωνάρια δέντρων η μεγάλων θάμνων με πλούσια βλάστηση σε φύλλα, από πουρνάρια, κουμαριές, σχίνα ,φυλικια. Η δουλειά πολύ δύσκολη και σκληρή και απαιτούσε δυνατά χέρια για να δουλέψεις τα χειροκίνητα εργαλεία κοπής. Όσα κλωνάρια δεν έφταναν από το έδαφος έπρεπε να ανέβουν στο δέντρο για  να μπορέσουν να τα κόψουν. Κατόπιν αφού τα έριχναν κάτω στο έδαφος με το πριόνι και την κλαδευτηρα έπρεπε να τα  τεμαχίσουν ώστε να πάρουν μαζί τους μόνο τα πολύ φουντωμένα και με λιγότερο ξυλώδης βραχίονες. Το ζητούμενο ήταν να πάρουν τις φούντες και όχι τα χοντρά ξύλα των κλαδιών. Τα χοντρά ξύλα που απέμειναν τα στοίβαζαν σε μια μεριά , κομμένα στο κατάλληλο μέγεθος για να τα πάρουν άλλη μέρα που θα πήγαιναν, αποκλειστικά για ξύλα. 

Αφού τελείωσαν το κόψιμο άρχιζαν να ποστιάζουν τα  κλαδιά σε δύο μεγάλα δεμάτια. Τα έδεναν καλά και σφικτά ώστε να μην σκορπιστούν στο δρόμο και τα φόρτωναν στο γάιδαρο ή το μουλάρι. Το φόρτωμα γίνονταν με δεξιοτεχνία που την αποκτούσαν από την εμπειρία τέτοιων εργασιών. Τα δεμάτια φορτώνονταν ένα από την κάθε πλευρά του σαμαριού. Το σαμάρι έχει από την κάθε πλευρά δύο σχοινια.  Έπαιρναν το δεμάτι και το ανέβαζαν στην μια πλευρά του σαμαριού και το έδεναν με τα σχοινιά πάνω στο σαμάρι. Το ίδιο έκαναν και από την άλλη πλευρά. Δηλαδή το έκαναν κατά την γενική ορολογία ,φόρτωμα. Έτοιμο το φορτίο του ζευγαριού. Εδώ τώρα υπάρχει κάτι που περιμέναμε με αγωνία ως παιδιά ,όταν μας έπαιρναν και εμάς μαζί τους οι γονείς μας. Περιμέναμε να δούμε αν θα υπάρξει κενός χώρος πάνω στο σαμάρι και μεταξύ των δύο δεμάτων ώστε εκεί να μας φορτώσουν και εμάς και να απολαύσουμε την διαδρομή καβάλα στο γάιδαρο. Οι γονείς το γνώριζαν αυτό και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να μείνει μια φωλίτσα  να μας χωρέσουν. Αν αυτό δεν γίνονταν προσπαθούσαν να μας φορτώσουν πάνω στα δεμάτια ή στον πισινό του γαϊδάρου. Αν και αυτό δεν γίνονταν τότε οι ίδιοι μας φόρτωναν στους ώμους τους , "για να μη κουραστούν τα παιδιά". έλεγαν.

 Η διαδρομή μέχρι το σπίτι ήταν φανταστική ως τοπίο αλλά πολύ κουραστική για το γαϊδουράκι. 

Στο σπίτι τώρα καθώς έφταναν ξεφόρτωναν το γαϊδουράκι στην αυλή και του έδιναν φαγητό και νερό ως ανταμοιβή για την κοπιαστική μεταφορά που έκανε. 

Τα φρύγανα τοποθετούνταν στην άκρη της αυλής και συνήθως δίπλα στον ξυλόφουρνο ,το ένα πάνω και δίπλα στο άλλο με απόλυτη σειρά και σε ύψος περίπου δύο μέτρα. Θα ήταν η βασική καύσιμη ύλη του χειμώνα για να ανάψουν τον ξυλόφουρνο που θα έψηναν το ψωμί και κάποια φαγητά. Θα χρησιμοποιούνταν επίσης και για προσάναμα στο τζάκι τις κρύες νύχτες του χειμώνα. 

Την ίδια διαδικασία ακολουθούσαν για  να μαζέψουν κλαρί. Το ονομαζόμενο κλαρί ήταν μεγάλες φούντες από μικρά χλωρά κλωνάρια αγριελιών και  φυλίκια για να ταΐσουν τις οικόσιτες κατσίκες το χειμώνα. 

Οι συλλογή των ξύλων γίνονταν με την ίδια διαδικασία και τα ίδια μέσα και για την κοπή τους επέλεγαν μεγάλες βελανιδιές ή πουρνάρια ή αγριελιές,κόβοντας μόνο κάποια κλωνάρια τους και ποτέ ολόκληρο το δέντρο. Η μεταφορά τους με το μουλάρι , λόγο δύναμης, ήταν απαραίτητη και στην περίπτωση απουσίας μουλαριού τη μεταφορά την έκανε το γαϊδουράκι. Στο φόρτωμα ακολουθούσαν την ίδια διαδικασία. Το βάρος του φορτίου, για τα μουλάρια και γαϊδουράκια, ελέγχονταν να μην είναι πολύ μεγάλο. 

Παρά πολύ  δύσκολη και κουραστική δουλειά για τους γονείς μας που έπρεπε όμως να γίνουν ώστε να εξασφαλισθεί η θέρμανση του σπιτιού τις κρύες νύχτες του χειμώνα.  

Σήμερα για φρύγανα και κλαρί δεν υπάρχει λόγος να πάει κανείς μιας και εξέλειψαν οι λόγοι της  χρησιμότητα τους και τα ξύλα συνήθως τα παραγγέλνουμε σε ξυλεμπόρους, εκτός κάποιων περιπτώσεων στα χωριά μας που τα μαζεύουν μόνοι τους οι κάτοικοι από το κλάδεμα των ελιών τους. 

Αγροτικές, οικιακές ασχολίες μιας περασμένης δύσκολης και φτωχής εποχής 

Παναγιώτης Ηλ. Χολής.

(Η φωτογραφία είναι παρμένη από το διαδίκτυο)

Share on Google Plus

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.

check page rank
.....................................................................................................................