Γράφει:Ο Αλέξανδρος Κυριαζής
Προσπαθώντας
να μπω στη δομική και κοινωνική
πραγματικότητα που αφήνουν οι λέξεις της
εταιρικής οντότητας , Ευρωπαϊκή ένωση, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
και οι θεσμοθετημένες εξ αυτών
υπηρεσίες τους, δεν το κατορθώνω .
Είναι ανάγκη να ανατρέξω στα
εφηβικά χρόνια της ζωής μου, τουλάχιστον
από το 1945 μέχρι σήμερα να δω αν στα
εβδομήντα σχεδόν χρόνια από τότε έχουν αλλάξει σ’
αυτόν τον τόπο πολλά πράγματα ή σφάλω που
νιώθω όλο αυτό το διάστημα, ότι η
χώρα μου ευρίσκεται υπό κηδεμονία και εποπτεία ξένη.
Εις τι ακριβώς προόδευσε και εις τι
απέτυχε προκειμένου να έχω έστω και μια
απλή σύγκριση; Ούτε εδώ βρίσκω άκρη.
Το μόνο που βρίσκω , είναι στη μνήμη
μου τα γραμμένα λόγια του Τσώρτσιλ το
Φλεβάρη του 1945 που απηύθυνε προς τον
Ελληνικό Λαό από τα παλαιά ανάκτορα : « Ότι
δόθηκε λάθος ερμηνεία στο σκοπό για τον
οποίο πολεμήσαμε εδώ στην πόλη της Αθήνας»…..
Η ερμηνεία των λόγων τούτων πέρασε αργότερα
εις την διακριτική επιρροή του
πρεσβευτή Λίπερ ο οποίος με λεπτό τρόπο ,
ανέβαζε και κατέβαζε τις κυβερνήσεις με
τις υποδείξεις αρκετών αγγλικών οργανώσεων
και υπηρεσιών ευρισκομένων στην Ελλάδα από
του 1943 . Είχαν πεισθεί ότι οι
Έλληνες μόνο ως προτεκτοράτο μπορούσε να
κυβερνηθούν . Τα χρόνια πέρασαν και
συνδεθήκαμε στο άρμα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να απολαύσουμε και
εμείς τα κοινωνικά αγαθά των κόπων μας, που
θα μας έδιδε το συγκλητικό όριο
της προσαρμογής μας. Όλοι περιμέναμε έπειτα
από τόσα χρόνια σύμβασης ότι θα
είχαμε σαν Έλληνες αποκτήσει ένα
καλύτερο επίπεδο , αν και πραγματικά υπήρξαν
μερικές επιτυχίες. Όλοι πια ομιλούν πάλι διά
καινούργιο προτεκτοράτο το μήκος της
εξουσίας του οποίου είναι απροσδιόριστο.
Τα ανωτέρω τα θέτω διά να τα
συγκρίνουν οι φίλοι μας , οι κυβερνήσαντες
και οι ακολουθούντες. Δεν θέλω να
θέσω υπ’ όψιν των πολιτικών μας ούτε τον τρόπον
ζωής αρκετών Ελλήνων ηγητόρων από το
απώτατο και απώτερο παρελθόν που απέθαναν
εις την ψάθα ούτε τον λιτό τρόπο της
διαβίωσής τους . Ήθελα μόνο να τους παρακαλέσω
να συμβουλευτούν και να
κατανοήσουν « εν ταις καρδίαις αυτών», το ηθικό
μεγαλείο της ‘Ψωροκώσταινας» τον Απρίλιο του 1821
εις την πλατεία Πλατάνου του Ναυπλίου
εις τον μεγάλο έρανο διά να κρατηθούν
τα ορφανά και τα σκέλεθρα της
εξόδου του Μεσολογίου εις την ζωή. Το
έθνος σήμερα μένει με το παράπονο ότι
τον κυβέρνησαν διεφθαρμένοι και ανίκανοι πολιτικοί, οι
οποίοι δεν θέλησαν τα τελευταία
χρόνια να βρεθούν έστω και για λίγο
εις του ύψος του Καποδίστρια και τόσων
άλλων, αν και σπούδασαν σε πνευματικά
ιδρύματα της Δύσης . Οφείλει
κατά συνέπεια το Ελληνικό Έθνος να τους
απομονώσει εις μόνιμο υπερορία και από εκεί
ας τους παραλάβει η Ιστορία.
΄Εσσετ’ ήμαρ. Παράλληλα ας υπενθυμίσουμε
στους αναγνώστες μας ότι και εμείς οι ίδιοι
ευθυνόμαστε εν πολλοίς για αυτό το κατάντημα.
Ο μεγάλος Παλαμάς μας λέγει ότι
οι ίδιοι γινόμαστε και μαστοράδες και
χαλαστάδες των όσων φυσικά δεν
επιθυμούμε.Και εν προκειμένω αυτή η
βασανιστική και μόνιμη αφέλεια από την
οποίαν πάσχουμε όταν μας κτυπούν στη
πλάτη. Ακόμη ας κάνουν και αυτοί τη
σύγκριση των σκλαβωμένων το 1821 με τους
σημερινούς πολιτικούς απατεώνες (ευτυχώς όχι όλοι
) που μεθυσμένοι από το όνειρο του
πλούτου δεν διστάζουν εκουσίως να στέκουν μακριά
από τους φτωχούς συνανθρώπους μας όταν εισπράττουν
και από το μικρό μέρισμα της
ογδονταπεντάχρονης χήρας το μέρισμα από τη
σύνταξη των 300 ευρώ.
ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ
Η
λέξη <<Ψωροκώσταινα>> είναι γνωστή εις το Πανελλήνιο, ως
λέξη απαξιωτική και της ένδειας έννοια και ως
παρατσούκλι από τον πρώτο χρόνο της
Ελληνικής Επανάστασης. Τη χρησιμοποιούμε συχνά
,περιγράφοντας την ανέχεια της πατρίδας μας , ή
διά κάθε πράξη προσδιορίζοντας το οικονομικό
δυσμενές αποτέλεσμα. Ας δούμε όσο μας
είναι εύκολο για να μη
κουράσουμε και τον αναγνώστη. Εις το
Αϊβαλί ( Κυδωνίες) της Σμύρνης ζούσε η
οικογένεια του Ιωάννη Χατζηκώστα με τη
γυναίκα του Πανωραία και τα τέσσερα παιδιά του , μεγάλου
και πλουσίου εμπόρου. Το δράμα αυτό της
οικογένειας και του χωριού αρχίζει την 2αν
Ιουνίου του 1821 με την εισβολή του
τουρκικού στρατού, ο οποίος περνάει από μαχαίρι
τον πληθυσμό του χωριού ως αντίποινα
διά την πυρπόληση του τουρκικού δίκροτου την 27ην Μαϊου
στην Ερεσό. Ο Ιωάννης Χατζηκώστας και τα
τέσσερα παιδιά του σφάζονται και από κάτω
από τα πτώματα μένει γλυτωμένη η σύζυγος
Πανωραία Χατζηκώστα. Θα βοηθηθεί λίγο αργότερα
να ανεβεί στο καράβι για να ξεμπαρκάρει
στα Ψαρά. Την αναγνωρίζει και
τη συνδράμει ο γνωστός σ’ αυτή
δάσκαλος Βενιαμίν τον οποίον θα ακολουθήσει εις
το Ναύπλιο εις το ελεύθερο κράτος. Εκεί ο μεν
δάσκαλος αποζούσε από την παράδοση μαθημάτων
η δε Πανωραία άρχισε να ξενοπλένει , να
σαβανώνει τους νεκρούς, να σέρνεται παραδουλεύτρα. Με
σαλεμένα τα μυαλά άρχισε και να
ζητιανεύει σε όλο το Ναύπλιο. Η
δοκιμασία την εποχή αυτή διά το ελληνικό
μικρό Έθνος είναι μεγάλη από την επέλαση
του Ιμπραήμ που εις το πέρασμά του αφήνει
εκτός από την καταστροφή και πολλά ορφανά.
Για αυτά τα ορφανά η Πανωραία αποδύθηκε σε
ένα μεγάλο αγώνα καθημερινά προκειμένου να
τα κρατήσει στη ζωή . Έπιπρόσθετα τώρα έκανε
και την αχθοφόρο και ποντάριζε στην ελεημοσύνη
όσων την συμπονούσαν. Το παλιό επίθετο είχε
αντικατασταθεί από τους γαβριάδες του Ναυπλίου
από Χατζηκώσταινα σε Ψωροκώσταινα. Και ερχόμαστε εις
τον Απρίλιο του 1826. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
μας λέγει : «Μεγάλη Τετράδη το δειλινό
μας ήρθε το χαμπέρι ότι έπεσε το
Μισολόγγι». Η είδηση της πτώσης του
Μεσολογγίου έφθασε και εις το Ναύπλιο πιο
εκτεταμένη δραματική με τα πραγματικά δεδομένα τα
οποία έλεγαν ότι 1300 μαχητές της φρουράς
και ένας αριθμός ορφανών ερχόταν προς
το Ναύπλιο ζητώντας τη συμπαράσταση και τη
σωτηρία από το Κράτος. Η φοβερή είδηση της
εισόδου των πεινασμένων Μεσολογγιτών στο
Ναύπλιο, αναστάτωσε την κοινή γνώμη διά τυχόν
ταραχές από μεριά των πεινασμένων , καθώς
δεν υπήρχε όχι μόνο κρατική οντότητα
η εξουσία , αλλά ούτε και χρήματα καν.
Συγκεντρωμένοι εις την μεγάλη πλατεία του
Πλατάνου συσκέπτονταν διά το πρακτέο. Τότε
επεβλήθη η μορφή του διδασκάλου του
Γένους Γεωργίου Γενναδίου ο οποίος με ένα θερμό
πατριωτικό λόγο, ζήτησε τη συνδρομή όλων
των παρευρισκομένων και των κατοίκων γενικότερα.
Κατέθεσε πρώτος την ατομική του περιουσία
των 8 χρυσών λιρών. Έσπευσαν τότε όλοι. Ο
Δημήτριος Υψηλάντης, επειδή δεν είχε
χρήματα έδωκε τα μαλαμοκαπνισμένα όπλα του. Η Καλλιόπη
Παπαλεξοπούλου τον δακτύλιο αρραβώνα της, ο Αλέξανδρος
Ζαϊμης το άλογό του και ότι άλλο είχαν ,
όλοι και από κάτι. Εις το τέλος της μακράς
σειράς να και η «ψωροκώσταινα» σέρνοντας τα
κουρέλια της. - Εσείς τι θα
προσφέρετε ; Της είπαν. Δεν
έχω τίποτε άλλο να προσφέρω για
το Μεσολόγγι είπε στην επιτροπή ,από αυτό το
γρόσι και αυτό το δαχτυλίδι. Η προσφορά
της αυτή , θα συγκινήσει όλον τον κόσμο του
Ναυπλίου και τις γενεές των Ελλήνων έκτοτε
γι αυτή της τη πράξη. Θα προσαγορεύεται από
την άλλη ημέρα με το «Κυρακώσταινα. Εις
το ιδρυθέν αργότερα υπό του Καποδίστρια
ορφανοτροφείου θα κληθεί να υπηρετήσει
παίρνοντας εκεί τα τέσσερα αρφανά της
ως μάνα τους. Λίγο αργότερα , θα
αφήσει εις το νησί της Αφαίας
Αθηνάς την τελευταία της πνοή και τα
ορφανά της σε καλά χέρια. Το κομμάτι
αυτό της διήγησης τα παρέθεσα εδώ διά να
αποτίσουμε όλοι μαζί το φόρο τιμής τον οφειλόμενο
σε αυτή τη σπάνια ψυχικού κάλους Ελληνίδα
που σύνδεσε την ύπαρξή της με τη μοίρα
του Έθνους. Το να απευθύνω εις
τους φτωχούς μας πολιτικούς παραινέσεις γύρω από
το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδος , νομίζω
πως δεν θα αποδώσει τίποτε
κινδυνεύοντας συγχρόνως να
κατολισθήσω και σε παράπτωμα. Θα
επαναλάβω μόνο ότι εμείς οι Έλληνες
είμαστε αφελείς !
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.