ΣΤΑΧΤΕΣ
Με τη σάρκα του ήλιου
Κει όπου ο αγέρας άφηνε την αύρα του στα μελιστάλαχτα όρη, που οι ντόπιοι τα λένε βουνά κι ομορφιά της Ελλάδας απίθωσα κι εγώ την ψυχή μου, στους πράσινους γίγαντες δέντρα παλιά, που τώρα πια σκελετοί και πυρά έχουν γίνει τα λιθάρια καμένα και το χώμα τα έκαιγε. Κάπνιζε ολόγυρα ο τόπος κι η ζωή είχε ενδώσει στο θάνατο. Στέρφα τσουρουφλισμένα όνειρα Γύρευαν πεύκο, ρετσίνι κι αρμύρα. Τι τα θες και σκαλίζεις οράματα. Ο Δημήτρης μας χάθηκε! Κάποιοι λένε πως κάηκε μέσα στη θάλασσα. Μα τα ίχνη του ακόμα δε βρήκαν. Φυλέψαμε το θάνατο με φρέσκο και άφθαρτο όνειρο Κι ένας σκύλος τσουρουφλισμένος σε μια ξέρα θλιμμένα γαυγίζει τον κύρη του ψάχνει και ελπίδα στη γη μας. Είναι γαλάζια η Ελπίδα κι η θάλασσα κι ο ουρανός σκοτάδι βουβό, που καμένο μυρίζει Κάποιοι τρώνε αρμύρα και θάνατο. Κι εμείς την κάτασπρη στάχτη με θλίψη Οι υποσχέσεις δε γίνανε οράματα Στην πυρά η ζωή μας και λίγη. Κράτα το δάκρυ κορίτσι μου και πότιζε με πίκρα τα όνειρα, μες στάχτη η ζωή θα ανθίσει στη φωτιά θα ζυμώσουμε όνειρα κ…
διαβαστε περισσοτερα