Ο Άγιος Βάρβαρος ο Μυροβλύτης ή Πενταπολίτης

 

https://akarnanika.blogspot.com

Ο Άγιος Βάρβαρος είναι τοπικός άγιος της Ακαρνανίας, και αναφέρετε ως Βάρβαρος γιατί δεν μας είναι γνωστό το όνομά του. Ο Άγιος ασκήτευε στην ορεινή περιοχή της Τρύφου Ξηρομέρου -γύρω από τα σημερινά λουτρά- όπου και η μνήμη του λατρεύεται ιδιαίτερα...

Σχετικά με τον βίο του Αγίου υπάρχουν διαφορετικές τοποθετήσεις των μελετητών του βίου του. Εδώ θα εστιάσουμε σε δύο, που είναι και οι πιο ενδιαφέρουσες και έχουν κάποια κοινά σημεία.


Το 1955 ο Σωφρόνιος Παπακυριακού εξέδωσε τον βίο του ο οποίος, κατά τον συγγραφέα, βασιζόταν στην αφήγηση Ηγουμένου Ματθαίου της Μονής του Αγίου Γεωργίου Πόρτας (που είναι ήδη γνωστή από τις αρχές του 16ου αι.). Ο πλήρης τίτλος είναι: Βίος και ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Βαρβάρου του Πενταπολίτου και έγινε δαπάνη του εφημέριου Τρύφου Δημητρίου Νικάκη. Ακολούθησε και μια σχετική εργασία για τον άγιο του Κ. Σαρδελή το 1997, η οποία βασίζεται στην έκδοση του Παπακυριακού. Στα κείμενα αυτά έχουμε την πρώτη εκδοχή για τον βίο του Αγίου. Όμως ο βίος που εξέδωσε το 1955 ο Σωφρόνιος Παπακυριακού διαφέρει κατά πολύ από αυτόν που άφησε ο ηγούμενος Ματθαίος, αν και έχουν κάποια σημαντικά κοινά σημεία, όπως θα δούμε και στη συνέχεια. Ο ηγούμενος Ματθαίος έγραψε το συναξάρι του οσίου Βαρβάρου του Πενταπολίτου και το οποίο εκδόθηκε το ανωνύμως 1734.

Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, του Παπακυριακού: ο Άγιος καταγόταν από την Πεντάπολη της Λιβύης και έζησε επί αυτοκράτορα Μιχαήλ Τραυλού (820-829). Ήταν ειδωλολάτρης πειρατής, που έλαβε μέρος σε ληστρικές επιδρομές Αράβων πειρατών σε Κρήτη, Σικελία και Νικόπολη. Σε μια επιδρομή τους οι πειρατές αυτοί πέρασαν το στενό του Ακτίου και πήγαν στη Νικόπολη. Κατόπιν άρχισαν επιδρομές και ληστείες στα χωριά γύρω από τον Αμβρακικό και στην παράλια περιοχή του Ξηρομέρου προς το Ιόνιο. Οι Ακαρνάνες ένωσαν τις ναυτικές τους δυνάμεις τους, συνεπικουρούμενοι από τους Αμβρακιώτες, χτύπησαν τους πειρατές στον κόλπο του Δραγαμέστου (σήμερα Αστακού) και τους νίκησαν. Η παράδοση αυτή αναφέρει πως ένας βάρβαρος πειρατής κατάφερε να γλυτώσει τη σφαγή. Αφού βυθίστηκε το πλοίο του βγήκε κολυμπώντας στην ακτή της Σκάλας του Δραγαμέστου και κρύφτηκε μέσα στα αμπέλια που βρίσκονταν στην κοιλάδα στο μέσον της οποίας ρέει από το ρέμα που έρχεται από τα Βλιζιανά. Κατόπιν έφυγε βόρεια και αφού περιπλανήθηκε για ένα διάστημα κρυμμένος και βαδίζοντας μόνον τη νύχτα κατέληξε στα μέρη της Τρύφου και συγκεκριμμένα στην περιοχή Νήσσας. Εκεί έμεινε για διάστημα και ζούσε μέσα σε λόγγους σε σπηλιές. Κατόπιν έκανε κλοπές και ληστείες και έγινε φόβος και τρόμος των κατοίκων.

Μια μέρα ήταν κοντά στον ναό του Αγίου Γεωργίου όπου μέσα λειτουργούσε ο ιερέας Ιωάννης από τη Νικόπολη. Ο βάρβαρος παραμόνευε με σκοπό να ληστέψει και να φονεύσει τον ιερέα. Όταν μπήκε στον ναό να χτυπήσει τον ιερέα λέγεται πως τότε υπέστη μια κρίση που του επέφερε μεταστροφή και πήγε στον ιερέα και του ζήτησε να τον συγχωρέσει, δηλώνοντας μετάνοια για τα εγκλήματά του. Ένα από τα βιβλία που εκδόθηκαν για τον Άγιο Βάρβαρο αναφέρει πως προχώρησε και μπήκε στην εκκλησία την ώρα που ήταν στα μισά η θεία λειτουργία όπου αντίκρισε δύο νεαρούς άνδρες, που έλαμπαν, να κρατούν τον ιερέα μετέωρο στην Αγία Τράπεζα και να ψέλνουν ύμνους. Ο βάρβαρος φοβήθηκε τόσο πολύ που έτρεμε και δεν τον βαστούσαν τα πόδια του. Εκείνη τη στιγμή ο Θεός τον κάλεσε σε αληθινή πίστη. Τότε θυμήθηκε όλο το αμαρτωλό του παρελθόν και εξομολογήθηκε. Ο ιερέας τον βάπτισε (δεν γνωρίζουμε το όνομα που του έδωσε) και από τότε ο βάρβαρος διέτριβε ως μοναχός και ασκητής στα βουνά ζώντας ως αγρίμι και είχε δεμένα τα χέρια του και από τον τράχηλο μια αλυσίδα τρεις πήχες μάκρος που ήταν τριγύρω από τη σάρκα του. Οι τρείς πήχες της αλυσίδας λέγεται πως συμβόλιζαν την Αγία Τριάδα. Παρά τις εκκλήσεις των Τρυφιατών, αλλά και κατοίκων από άλλα χωριά, που τον προσκαλούσαν να εγκαταλείψει τη σπηλιά, δεν το ήθελε και προτιμούσε να ζει εκεί δεμένος με τις χονδρές αλυσίδες, θέλοντας έτσι να εξιλεωθεί και τιμωρήσει τον εαυτό του για τα εγκλήματα που έκανε όταν ήταν πειρατής. Τελικά τον βάρβαρο τον σκότωσαν κατά λάθος κυνηγοί από τη Νικόπολη, που ήρθαν στην περιοχή για να κυνηγήσουν, αφού τον είδαν μέσα στους θάμνους και τον νόμισαν για άγριο θηρίο.

Ο ιερέας Ιωάννης τον ενταφίασε στο σημείο που είναι σήμερα ο ναός του στις 23 Ιουνίου. Κοντά στον ναό είναι η πηγή Τρύφου, όπου αναβλύζει το ιαματικό νερό, που οι ντόπιοι ονομάζουν Αγιονέρι. Η δύναμη του νερού αυτή ήταν γνωστή σε πολλά μέρη κατά τη Βυζαντινή εποχή. Ένας Βενετός αξιωματικός, με το όνομα Σκλαβούνος, μετά τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) έμαθε για τον άγιο και ήρθε στον τάφο του όπου και θεραπεύτηκε από τα τραύματά του. Τότε πήρε το λείψανο του Αγίου και το μετέφερε στη Βενετία, με ενδιάμεσο σταθμό το χωριό Ποταμός της Κέρκυρας.

 Ο ηγούμενος Ματθαίος σχετίζεται λοιπόν και με τη δεύτερη εκδοχή, αφού φέρεται να είναι ο βασικός πληροφοριοδότης στην οποία βασίστηκε το συναξάρι του οσίου Βαρβάρου του Πενταπολίτου και το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά ανωνύμως το 1734 στη Βενετία με τον τίτλο Η Ακολουθία και βίος του οσίου πατρός ημών Βαρβάρου του Πενταπολίτου: ψαλλόμενη τη ιε΄ Μαΐου υπό των «κυβερνητών της μονής του αυτού αγίου Βαρβάρου» (Ιωάννου Κοντύλη, Αυγουστίνου Αρμένη και Θεοδώρου Γιωργωτά). Η Ακολουθία και βίος… εκδόθηκε για δεύτερη φορά στην Κέρκυρα από τον Ιωάννη Α. Αλεξάκη το 1886 (από το τυπογραφείο «ο Κοραής» του Ι. Ναχαμούλη), ο οποίος ήταν επίτροπος του ναού του Αγίου στο προάστιο Ποταμός της Κέρκυρας. Όπως αναφέρεται εδώ, η Ακολουθία συντάχτηκε και κατά πληροφορίες και αφηγήσεις του «πανοσιωτάτου και λογιωτάτου κυρίου Ματθαίου, ηγουμένου της Μονής του Αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, της καλουμένης Πόρτας» Μπαμπίνης. Η Ακολουθία και το συναξάρι πιθανόν να γράφτηκαν μετά το 1715, γιατί υπάρχει στο συναξάρι αναφορά στο έτος 1688, που χάθηκε η αλυσίδα του Αγίου. Όπως προαναφέρθηκε, η πρώτη έκδοσή του έγινε το 1734, όμως δεν υπάρχει γνωστό αντίτυπό της να διασώζεται και για αυτό τα στοιχεία που παραθέτουμε τα αντλούμε από τη δεύτερη πανομοιότυπη έκδοση, που έγινε από τον Ι. Α. Αλεξάκη το 1886 (Η έκδοση αυτή είναι σπάνια και βρίσκεται, μεταξύ άλλων, και στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης). Η αναφορά αυτή μπορεί να καλύψει ένα κενό στη βιβλιογραφία για τον άγιο, παρά τις ενστάσεις που ενδεχομένως εγείρει.

Στην έκδοση αυτή αναφέρεται εισαγωγικά πως ο βίος που περιγράφεται είναι σύμφωνα με μια «ιστορίαν χειρόγραφον ενός παλαιού ανδρός ιερομονάχου Κυρίου Ματθαίου, εκ της σεβάσμιας μονής Αγίου και ενδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του τροπαιοφόρου, καλουμένης Πόρτας» και πως ο Βάρβαρος καταγόταν από τα μέρη της Πεντάπολης και αιχμαλωτίστηκε από τους «Μπαρμπαρέσους».



Όμως εδώ υπάρχουν αρκετές και ουσιαστικές διαφορές από τον βίο που περιγράφει η έκδοση του Παπακυριακού (και κατά συνέπεια και του Σαρδελή). Σύμφωνα με τον βίο (έκδοση Αλεξάκη 1886), που έγραψε ο Ματθαίος, ο Βάρβαρος «είχε γονείς Χριστιανούς, και ήτον στέρεος εις την εις Χριστόν πίστιν». Οι Μπαρμπαρέσοι (ως Μπαρμπαρέσοι εννοεί μάλλον τους αδελφούς Μπαρμπαρόσα) τον αιχμαλώτισαν και τον έβαλαν κωπηλάτη σε πλοίο δεμένο με τρεις πήχες σίδερο στο λαιμό και στο δεξί πόδι μια κλάπα. Μετά τις επιδρομές του στο νησί της Κέρκυρας το 1437 και τις λεηλασίες και αφού δεν μπόρεσε να καταλάβει το κάστρο, ο Σουλτάν Σουλεϊμάνης (Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, που ήταν εξισλαμισμένος Έλληνας και το όνομά του ήταν Χιζίρ Μπιν Γιακούπ), έφυγε για την Κωνσταντινούπολη ενώ ο στόλος του ήρθε το 1544 στην περιοχή του Αμβρακικού και άραξε στην περιοχή της Βόνιτσας. Από εκεί ανέβηκαν «εις έναν τόπον λεγόμενον Νησί» για να πάρουν ξύλα και νερό και για αυτό έβγαλαν έξω τους σκλάβους να κάνουν αυτήν την αγγαρεία. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Βάρβαρος, ο οποίος κατάφερε να ξεφύγει της προσοχής των φρουρών και μέσω κάποιας χαράδρας να διαφύγει και να φτάσει σε ένα σπήλαιο κοντά στο χωριό Τρύφου. Εκεί έμεινε κρυμμένος από όλους.

Παραθέτουμε παρακάτω το κείμενο από την έκδοση του 1888 ως έχει:

«Εις τους χιλίους πεντακοσίους σαράντα τέσσαρους χρόνους, ύστερον από την δεινήν αιχμαλωσία ων Κορυφών, και των λοιπών νήσων, και της θαυμαστής Νικοπόλεως, εγύρισεν ο Σουλτάν Σουλεϊμάνης εις την Κωνσταντινούπολιν, και ο Καπετάμπασας όπου τότε επήγενεν εις την Πρέβεζαν δια να την τελειώση εις την φτιάσιν, επειδή την είχον αρχίση να την κτίσουν εις την άκρη του αιγιαλού προτήτερα, και ήτον ατελείωτη, και διαβαίνωντας από την Βόνιτζαν, ήλθαν ολίγον παραπάνω, εις ένα τόπον λεγόμενον Νησί, δια να κάμουν μερόν, και ξύλα, και ούτως εύγαλαν τους σκλάβους να κάμουν αυτήν την υπηρεσία, από τους οποίους ένας ήτον ο Άγιος Βάρβαρος, όστις είχεν εις τον λαιμόν του μίαν άλυσον τρεις πήχες το μάκρος και εις το δεξιόν του ποδάριν είχεν μιαν κλάπαν, και ευγένωντας ο Άγιος, εκατέβη εις ένα λάκκον, και περιπατώντας απ’ εκεί έφθασεν εις ένα σπήλαιο πλησίον του χωριού Τρύφων λεγόμενον, και έμεινεν να ασκητεύση·» (Βίος, σ. 15)

 Ώσπου μια μέρα τον είδε ένας πιστικός και πήγε στο χωριό και είπε πώς είδε «άνθρωπον  δέσμιον... άνθρωπον γυμνόν» (Βίος σ. 17). Τότε οι δυο ιερείς του χωριού, Δημήτριος και Ιωάννης, μαζί με τους γέροντες του χωριού πήγαν στο μέρος να δουν ποιος ήταν πράγματι αυτός που είδε ο πιστικός. Αφού τον συνάντησαν και έμαθαν τα πάντα για αυτόν τον παρακάλεσαν να πάει μαζί τους στο χωριό να αναπαυθεί. Όμως αυτός δεν δέχτηκε. Του είπαν τότε να βγάλει την αλυσίδα από τον λαιμό του, αλλά πάλι δεν δέχτηκε και τους απάντησε: «Η άλυσος είναι ο ολόχρυσος μου στολισμός· με αυτήν έδεσα την σάρκα, και την υπέταξα εις το πνεύμα· το σπήλαιον είναι το ωραιόκτιστον μου παλάτι· δεν είμαι μόνος εις της έρημον· συνομιλώ δια προσευχής με τον λυτρωτή μου Χριστόν· αφήσετέ με ευλαβάστατοι ιερείς να τελειώσω τον αγώνα μου·» (Βίος, σ. 18). Ακούοντας αυτά οι ιερείς και οι γέροντες δεν επέμεναν άλλο και έφυγαν για το χωριό και κάθε Σάββατο του έστελναν ψωμί. Ο Άγιος έμεινε στη σπηλιά για 18 χρόνια χωρίς να αποχωριστεί τις αλυσίδες. Σύμφωνα με την αφήγηση του Ματθαίου, στο χωριό Τρύφος πήγαινε κρυφά κάθε Μέγα Σάββατο και έμπαινε στο Άγιο Βήμα και έφευγε τη νύχτα μετά τον πασχαλινό εσπερινό. Την παρουσία του ήξεραν μόνον οι ιερείς και οι γέροντες του χωριού και ο πνευματικός Ματθαίος, ο ηγούμενος της Μονής Πόρτας Μπαμπίνης.

Ο Ματθαίος αφηγήθηκε στο χειρόγραφό του πως μια νύχτα του φανερώθηκε ο Χριστός και του είπε να συνάξει όλους τους πατέρες του Μοναστηριού την αυγή και να πάει να κηδεύσει «τον όσιον Βάρβαρον» στην Τρύφου (Βίος σ. 19) Την ίδια φανέρωση του Χριστού είδαν και δύο άλλοι ηγούμενοι, ο Νεκτάριος της Αγίας Τριάδος και ο Ευθύμιος του Προφήτη Ηλία Δραγαμέστου.

Ο Βάρβαρος «Εξεδήμησε» στις 23 Ιουνίου του 1562. Στην κηδεία του παραβρέθηκαν οι ηγούμενοι των παραπάνω Μονών. Πήραν το λείψανο και το πήγαν στο χωριό Τρύφου όπου το ακούμπησαν στο έδαφος. Εκεί έγινε ένα θαύμα, όταν μια τυφλή γυναίκα προσκύνησε το λείψανό του βρήκε το φως της. Ύστερα από αυτό το θαύμα ήρθαν και άλλοι ασθενείς και γιατρεύτηκαν. Το λείψανο του αγίου θάφτηκε χωρίς την αλυσίδα, την οποία κρέμασαν στον τάφο του.

Την ίδια χρονιά ένα Ιταλός καπετάνιος, με το όνομα Σκλαβούνος, ήταν ασθενής και είδε στον ύπνο του πως αν πήγαινε στον τάφο του αγίου θα θεραπευόταν. Με πέντε καράβια έφτασε στον Αμβρακικό, άραξε τα πλοία και ανέβηκε στο χωριό Τρύφος να προσκυνήσει στον τάφο του αγίου Βαρβάρου και μόλις προσκύνησε γιατρεύτηκε αμέσως. Τότε διέταξε να πάρουν το λείψανο του αγίου και το μεταφέρουν στο καράβι του. Ποιος θα έβρισκε τέτοιο θησαυρό και θα τον άφηνε; αναφέρετε στον Βίο (σ. 21). Κατόπιν το πήγε στην Ιταλία, με ενδιάμεσο σταθμό το χωριό Ποταμός της Κέρκυρας. Στην Ιταλία ο άγιος βρήκε ελεύθερο τόπο και δεν θα κινδύνευε από ασέβειες, που ενδεχομένως να γινόταν στο λείψανό του στο σκλαβωμένο ελληνικό έδαφος. Έτσι αιτιολογεί ο Βίος του αγίου την αρπαγή του λειψάνου από τους Ιταλούς, αφού εκεί το όνομά του αγίου θα «κηρυχθεί περισσότερον» (Βίος σ. 22):

«... δια να μην πέσει και το Άγιο τούτο λείψανο εις  χείρας τυράννων και ασεβών, δια τούτο ασυκώνεται απ’ εκεί το οποίον έχωντας το ο Καπετάνιος εις χείρας του, εκίνησε μετά χαράς μεγάλης, και πήγανε εις τον τόπον του εις την Ιταλία και διαβαίνοντας από το νησί των Κερκυραίων, άραξε εις ένα λιμένα λεγόμενο τού Ποταμού· και τούτο διάνα κηρυχτεί περισσότερο ο Άγιος, διότι ακούσατε και άλλον θαύμα τού ‘Αγίου, και θέλετε γνωρίσει πόσηνπαρρησία αυτός είχε προς τον θεόν· εις εκείνον τον τόπον ήταν ένας γέροντας, και είχε ένα υιό μονογενή κρατημένο, ως άλλον παράλυτο χρόνους τρεις· και ευθύς όπου άραξαν τα καράβια, βλέπει εις τον ύπνο του ο γέροντας, ότι να ήθελε υπάγει εις το καράβι του δεινού Καπετάνιου, και να προστρέξει εις τον Άγιο, και θέλει γιατρευθεί ο υιός του· και την αυγή τρέχει, ως του απεκαλύφθη· και βλέποντας τον ο Καπετάνιος, τον εδέχθη μετά χαράς, και του διηγήθηκε τα πάντα, και τον παρακινά να φέρει τον υιό του, και θέλει λάβει την ίαση· ταύτα άκουσας ο γέρων, έδρασε και ασυκωσε τον υιό του με το κρεβάτικαι τον έφερε εις τον "Άγιο· και ώ του θαύματος! εν τω άμα τα κρατημένα μέλη λύθηκαν, και στερεώθηκαν· και ο ποτέ βασταζόμενος υπό τεσσάρων περιπατάει δοξάζων τον θεό, και κηρύττοντας τον 'Άγιον· οι δε Χριστιανοί τού τόπου εκείνου, λέγω οι από τον Ποταμόν, βλέποντες τέτοιον θαύμα, παρεκάλεσαν τον Καπετάνιο να βγάλει το Άγιο λείψανο εις το περιγιάλι να το ασπαστούν άπαντες· ο δε Καπετάνιος βλέποντας την ευλάβεια όπου είχαν εις τον Άγιο, τον έβγαλε, και τον άφησε έξω δύο ημέρας, και πήγαιναν όλοι και το ασπάζονταν πληρούσουν ευωδίας πνευματικής· και πολλοί ασθενείς εξ αυτών ιατρεύθησαν δια πρεσβειών τού Αγίου Βαρβάρου· όθεν και Ναό περικαλλή μετά κωδωνοστασίου θαυμαστού του έκτισαν, και εορτή λαμπρά κάθε χρόνο του κάνουν τη ιέ. τού Μαΐου Μηνός· ότι λέγω εκείθεν τον Άγιο και θαυμαστό λείψανο διαπέρασε· μετά δε τας δύο ημέρας, έλαβε ο Καπετάνιος το Άγιο λείψανο, και το έμπασε μέσα εις το καράβι του και εμίσευσε και πήγε αβλαβής εις τον τόπον του· και από εκεί με το να εξαπλώθη η φήμη δια προσταγής του τότε Πάπα Ρώμης, εμεταφέρθη τον Άγιον λείψανον εις την μεγαλόπολιν Ρώμη· το οποίομ β’άνωντάς το εις ένα μοναστήριον, το έχουν εις μεγάλην ευλάβειαν» (Βίος, σ. 21-22).

 

Ο Ματθαίος γράφει πως τα παραπάνω του τα βεβαίωσαν πολλοί άνθρωποι. Φήμες αναφέρουν πως σήμερα τα ιερά λείψανα του Αγίου βρίσκονται σε χωριό της Ιταλίας san Barbaro, δηλαδή, Άγιος Βάρβαρος. Στο χωριό Τρύφος έμεινε μόνον η αλυσίδα στο σημείο του τάφου του, την οποία λάτρευαν οι ντόπιοι και τη θεωρούσαν θαυματουργή. Όμως και αυτή χάθηκε το 1688.

«ταύτα δε πάντα εγράφησαν, και εσυντάχθησαν παρά του πανοσιωτάτου, και λογιωτάτου Κυρίου Ματθαίου Ηγουμένου τε και Πνευματικού του αυτού Αγίου Βαρβάρου, εκ της σεβασμίας Μονής του Αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, εν τη (Α)Καρνανία· ταις του Αγίου Βαρβάρου πρεσβείαις ο Θεός ελέησοον, και σώσον ημάς αμήν» (Βίος, σ. 24).

 Πως το λείψανο του αγίου Βαρβάρου κλάπηκε από Ιταλούς και μεταφέρθηκε στην Ιταλία συμφωνούν και οι δύο εκδοχές. Όμως, όπως είδαμε, υπάρχει μια βασική και ουσιαστική περιγραφική διάσταση στο θέμα. Η έκδοση του 1955 θέλει όμως τον Βάρβαρο ως μουσουλμάνο, που γλύτωσε από μια ναυμαχία και είδε τη θεία φώτιση στην περιοχή, όπου και ασκήτευε και τελικά σκοτώθηκε από βέλη κυνηγών που τον πέρασαν για θηρίο. Και η δεύτερη (του Βίου του 1886) τον αναφέρει ως χριστιανό (άρα θα είχε και χριστιανικό όνομα, αφού βαπτίστηκε. Σύμφωνα με μερικούς ίσως να ονομαζόταν Χριστόφορος) που απεβίωσε από φυσικά αίτια. Να τονιστεί εδώ πως αυτές οι διαφορές και οι ασάφειες -που πολλές φορές παρατηρούνται σε μερικά πατριδο-τοπικά κείμενα ελλείψει στοιχείων- χρήζουν μιας πιο επιστημονικής έρευνας, γιατί πολλές φορές μας παρασύρουν σε παρανοήσεις και ίσως και σε ιστορικά ατοπήματα. Ο Ματθαίος έζησε τα γεγονότα και τα έγραψε και νομίζω πως η αφήγησή του δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Η πρώτη έκδοση του βίου του αγίου έγινε το 1734 στη Βενετία από την οποία μαθαίνουμε πως στην Κέρκυρα υπήρχε και μοναστήρι αφιερωμένο στον Άγιο.

Σύμφωνα με την αφήγηση του ιερομόναχου Ματθαίου της Πόρτας Μπαμπίνης, λοιπόν, ο Βενετός αξιωματικός πήρε το λείψανο μαζί του στην Κέρκυρα και άραξε στο λιμάνι του χωριού Ποταμός. Εκεί ο Άγιος θεράπευσε τον παράλυτο γιο της οικογένειας Σουβλάκη και οι κάτοικοι του χωριού έχτισαν προς τιμήν του Αγίου ωραίο ναό με κωδωνοστάσιο και γιορτάζουν τη μνήμη του στις 15 Μαΐου. Για το πέρασμα των Βενετών από την Κέρκυρα με το λείψανο του αγίου συμφωνούν και οι δύο εκδοχές του βίου του.



Μεγάλη διαφορά υπάρχει επίσης και στους χρόνους που έζησε και ασκήτεψε ο Βάρβαρος. Η πρώτη εκδοχή θέλει τον άγιο να έζησε τον 9ο αι., επί αυτοκράτορα Μιχαήλ Τραυλού (820-829), και η δεύτερη τον 16ο, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τη βυζαντινή περίοδο υπήρχε οργανωμένο κρατικό ναυτικό και δεν χρειαζόταν οι κάτοικοι να γίνουν οι ίδιοι πολεμιστές ναυτικοί. Άλλωστε δεν είχαν πολεμικά πλοία για να χτυπήσουν τους πειρατές ή τους κουρσάρους. Έτσι λειτουργούσαν οι πόλεις-κράτη της Αρχαιότητας και της Ευρώπης αργότερα.

Διαφορά υπάρχει και ως προς την ημερομηνία θανάτου του. Ο Παπακυριακού αναφέρει την 23η Ιουνίου, ενώ η δεύτερη, του 1886, τη 15η Μαΐου. Πιθανόν η σπάνια έκδοση του 1886 ήταν αδύνατο να είναι εις γνώση των συγγραφέων Παπακυριακού και Σαρδελή ώστε να μπορεί να γίνει αντιπαράθεση των στοιχείων. Έτσι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και θέσεις για τη ζωή και την άσκησή του.  Ίσως να πρόκειται για δύο διαφορετικά πρόσωπα, όσο απίθανο και αν φαίνεται: δύο ασκητές έζησαν στο ίδιο μέρος, και έμειναν γνωστοί με το ίδιο όνομα και να έχουν σχεδόν την ίδια ιστορία και μάλιστα με διαφορά έξι αιώνων.

Τα ιστορικά στοιχεία και η χρονική εγγύτητα της δεύτερης, η οποία γράφτηκε για πρώτη φορά το 1715 και αναφέρει ιστορικό πρόσωπο που έζησε τα γεγονότα, τον ηγούμενο Ματθαίο, καθιστούν πιο πιθανή τη δεύτερη εκδοχή. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ματθαίο ο άγιος άκμασε μεταξύ του 1537 και 1555 και όχι μόνον τον γνώρισε ο ίδιος αλλά πήγε στη κηδεία και στην ταφή του.

 

Η εικόνα του Αγίου στον ναό του 
στο χωριό 
Ποταμός Κέρκυρας

Ο Άγιος έμεινε λοιπόν γνωστός ως Βάρβαρος ο Πενταπολίτης ή ο Μυροβλύτης ή  ο Θαυματουργός, αφού κανείς δεν γνώριζε το όνομά του, και πλήθος κόσμου προσέρχεται να προσκυνήσει στον ναό του όταν τιμάται η μνήμη του. Το κενοτάφιο του στα Λουτρά Τρύφου, δίπλα στον ναό, ανακαινίσθηκε το 1999 υπό την ευλογία Μητροπολίτου Θεόκλητου και με τη συμβολή του αείμνηστου τ. υπ. Γεωργίου Παπαδημητρίου, με τη σημαντική βοήθεια του Γεωργίου Χαλιμούρδα από την Κατούνα, της Εκκλησιαστικής Επιτροπής Τρύφου, του εφημέριου Μύτακα Ιωάννη και των Τρυφιατών.

  Από την πηγή, που είναι κοντά στο ναό, αναβλύζει πετρελαιοειδές υγρό παχύρευστο, με το οποίο οι κάτοικοι γεμίζουν δοχεία και το χρησιμοποιούν για διάφορες πληγές και σπυριά. Το μύρο αυτό το αναφέρουν ο πατριάρχης Κάλλιστος τον 14ο αι. και οι Κων. Ακροπολίτης και Ιωσήφ Βρυέννιος τον 15ο αι. Ο πατριάρχης αναφέρει μάλιστα πως οι Βούλγαροι βαπτίζονταν σε αυτό. Αυτές οι αναφορές περιπλέκουν ακόμα περισσότερο τα πράγματα, αφού είναι προγενέστερες της αφήγησης του ηγούμενου Ματθαίου. Είναι επίσης γνωστό πως για τον βίο του αγίου εκδόθηκε ένα αγιολογικό κείμενο στη βουλγαρική γλώσσα.


Στο Ξηρόμερο ο άγιος λατρεύεται ιδιαίτερα ακόμα και σήμερα και το άγριο αρωματικό φυτό δίκταμο ονομάζεται Αϊ-Βάρβαρος. Το φυτό ανθίζει την εποχή της γιορτής του Αγίου και έχει πολύ ωραίο και βαρύ άρωμα στα φύλλα του, ενώ πολύ όμορφα είναι και τα άνθη του.

 Επίσης, ο Άγιος Βάρβαρος ο Μυροβλύτης σχετίζεται και με τη Ι. Μ. Ιβήρων του Αγίου Όρους. Σύμφωνα με την παράδοση της Μονής ο Βάρβαρος ήταν Άραβας λεγόταν Ραχάι και πήγε θα καταστρέψει την εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας. Τη χτύπησε με το ξίφος του και τότε άρχισε να ρέει αίμα από την εικόνα. Τότε ο Ραχάι άρχισε να τρέμει και να ζητεί συγχώρηση. Έπειτα βαπτίστηκε χριστιανός και έγινε μοναχός και πήρε το όνομα Δαμασκηνός, όμως ζήτησε από τους άλλους μοναχούς να τον αποκαλούν Βάρβαρο. Έτσι αγίασε, τιμάται στις 15 Μαΐου, ενώ το λείψανό του μεταφέρθηκε από τους Λατίνους στην Ιταλία, όπως και άλλα λείψανα της Μονής (Πηγή: http://www.gonia.gr/gonia.php?article=2164. Ανάκτηση 12-02-2023).


 Ο ναός του Αγίου στα λουτρά της Τρύφου

Στο σημείο που λέγεται πως θάφτηκε ο άγιος στα Λουτρά Τρύφου χτίστηκε αργότερα ναός, άγνωστο πότε. Όπως είδαμε όμως, σύμφωνα με τον Παπακυριακού θάφτηκε Λουτρά Τρύφου, όπου και βρέθηκε νεκρός, ενώ σύμφωνα με την έκδοση του 1886 θάφτηκε στο χωριό Τρύφος. Η παράδοση πάντως αναφέρει πως ο παραπάνω ναός καταστράφηκε από άγνωστη αιτία και για αυτό στα τέλη του 19ου αι. κατασκευάστηκε, λίγο δυτικότερα, άλλος ναός, στον οποίο εντοίχισαν μαρμάρινα τμήματα του παλαιού ναού. Λέγεται πως από το ιερό του βήμα του παλιού παλαιότερα ανέβλυζε πηγή και μέχρι το 1960 σωζόταν το τετρατοσφαίριο της αψίδας του με τοιχογραφία της Παναγίας Βλαχερνίτισσας, το οποίο γκρεμίστηκε τότε για τον εμπλουτισμό της πηγής με νερό. Όμως, λόγω κατολισθήσεων γρήγορα ο νέος αυτός ναός κατέστη ετοιμόρροπος και τελικά κατεδαφίστηκε το 1964.

Η τοποθεσία ισοπεδώθηκε και αναγέρθηκε νέος ναός, ο οποίος και διασώζεται σήμερα. Στο μέρος που ισοπεδώθηκε ανακαλύφθηκαν τμήματα αγγείων και νομίσματα, ενώ πολλά γλυπτά τμήματα από το μαρμάρινο τέμπλο διασκορπίστηκαν και μερικά έσπασαν. Όσα διασώθηκαν μεταφέρθηκαν στο Μουσείο Άρτας το 1966. Τα τμήματα που φυλάσσονται σήμερα στο Μουσείο Άρτας είναι: τμήμα θωρακίου του τέμπλου από τρία συνανήκοντα τεμάχια, τέσσερα τμήματα οκτάπλευρων κιονίσκων, δύο κολουροπυραμιδοειδή κιονόκρανα κιονίσκου του τέμπλου και τμήμα λοξότμητου επιστύλιου τέμπλου σε δύο τεμάχια. Τα έργα αυτά δεν είναι επιμελώς κατασκευασμένα, μάλλον είναι έργα ντόπιων και χρονολογούνται το 12ο αι. Και αυτή η χρονολόγηση δημιουργεί επιπλέον διαφωνίες, αφού βρίσκεται κοντά στην πρώτη εκδοχή για τα έτη ζωής και άσκησης του Αγίου.

Μια εικόνα του Αγίου βρίσκεται στον ναό του στο χωριό Ποταμός Κέρκυρας (την οποία αντιγράφει από το πρωτότυπο ο Δ. Βλάχος και παραθέτει στο βιβλίο του ο Αλεξάκης). Επίσης, μια παλαιά τοιχογραφία του Αγίου σώζεται στην Αγία Παρασκευή Σαρδινίνων, που τον παριστάνει ολόσωμο με σίδερα γύρω από το λαιμό, που ενώνονται με άλλα που πηγαίνουν στα πόδια και κρατούν με κρίκους και τα χέρια του.

Στον Ποταμό Κέρκυρας σώζεται ο δισυπόστατος ναός της Ζωοδόχου Πηγής και του Αγίου Βαρβάρου, με 35 μέτρα καμπαναριό. Ο ναός χτίστηκε στις αρχές του 16ου αιώνα, δηλαδή τον αιώνα έγινε η Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) και έφτασε εκεί ο Ιταλός καπετάνιος (εκδοχή της έκδοσης του Αλεξάκη), ο οποίος βέβαια δεν ήταν Βενετός, γιατί το λείψανο θα το πήγαινε στη Βενετία (η οποία συγκέντρωνε εκεί λείψανα αγίων και θρησκευτικά κειμήλια από αιώνες και τα τοποθετούσε σε ναούς και μονές της), αλλά το πήγε στη Ρώμη και το παρέδωσε στον πάπα. Στην Κέρκυρα γίνεται μεγάλη λιτανεία της ημέρας μνήμης του Αγίου, ενώ παλαιότερα γινόταν στο ναό του Αγίου Βαρβάρου λιτανεία για την επίκληση βροχής.

 

Βιβλιογραφία

Αλεξάκης Ιωάννης Α. Ακολουθία και βίος του οσίου πατρός ημών Βαρβάρου του Πενταπολίτου: ψαλλόμενη τη ιε΄ Μαΐου. Κέρκυρα: ο Κοραής, 1886.

Κουτιβής Ευάγγελος Δ., Μπαρμπαρούσης Γεώργιος Σπ. Πόλεις και χωριά του Δήμου Ακτίου-Βόνιτσας. Αθήνα: Δήμος Ακτίου-Βόνιτσας, 2012.

Κουτιβής Ευάγγελος Δ., Μπαρμπαρούσης Γεώργιος Σπ. Οι δάφνες δεν έφτασαν για όλους. Αθήνα, 2022.

Μπαρμπαρούσης Γεώργιος Σπ.. Μπαμπίνη Αιτωλοακαρνανίας. Αθήνα: Ίαμβος, 2009.

Παπακυριακού Σωφρόνιος. Βίος και ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Βαρβάρου του Πενταπολίτου. 1955.

Παύλος Ντάνας, «Ο Βάρβαρος που έγινε Άγιος», η Κατούνα, φ. 19 (2003).

Σαρδελής Κώστας. Ο Άγιος Βάρβαρος. Αθήνα: Αστήρ, 1997.

http://texni-psixis.blogspot.com/2011/02/blog-post_2811.html. Επίσκεψη 15-02-2023

https://greece.terrabook.com/el/corfu/page/potamos-kerkira/ Επίσκεψη 15-02-2023

 Γεώργιος Σπ. Μπαρμπαρούσης

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.

.....................................................................................................................