Το καφενείο : Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος*

 

foto: Αρχείου

Το καφενείο, κάθε καφενείο, σε κάθε χωριό έχει αφήσει τη δική του ιστορία και τη δική του παρακαταθήκη όχι μόνο στον τοπικό, αλλά και στην ελληνικό εν γένει πολιτισμό. Ήταν ο μοναδικός χώρος συγκέντρωσης και ασφαλώς ο μοναδικός χώρος της όποιας διασκέδασης των χωριανών. Και βέβαια μιλάμε για χωριανούς… Για τους άντρες, για τα σερκά του χωριού. Οι γυναίκες απαγορεύονταν. Η θέση τους εντός οικίας. Στο «παζάρ’» μόνο στο μπακάλικο για να αγοράσουν τρόφιμα. Στο μπακάλικο και πουθενά αλλού. Αλλού ήταν απαγορευμένο και ηθικώς αξιόμεμπτο! Είναι γνωστό πως, αν κάποια χ’στιανή ήθελε να φωνάξει τον άντρα της για κάποια δουλειά, δεν έμπαινε μέσα στο καφενείο. Περίμενε υπομονετικά έξω μήπως βγει κάποιος ή μήπως μπει κάποιος καινούριος και τον παρακαλέσει να ειδοποιήσει τον άντρα της, «να βγει για λίγο όξω».


Κάπως έτσι εξηγείται και το περιστατικό που έγινε σε κάποιο χωριό των Τζουμέρκων, όταν μια νύφη, αρραβωνιασμένη η κοπέλα –βέρα Αθηναία όπως έλεγε η μάνα της- κάθισε στο καφενείο του χωριού μαζί με τον αρραβωνιαστικό της. Ήπιε μάλιστα και καφέ. Παρήγγειλε «καπουτσίνο». Γούρλωσαν τα μάτια του καφετζή. «Για κάτσε καλά, φαίνεσαι σοβαρή γυναίκα. Μη λες αφ’σ’κόλογα.» Το έμαθαν οι χωριανές κι άρχισε το πανηγύρ’. «Έφερε ο Χρήστος εδώ μια σιακαφλόρα. Δεν μπορεί να την μαζέψ’. Διάβ’κε στο καφενείο. Θα μας αποδοκιμάσ’ ο Θεός.»

Μαζί με το θεό αποδοκίμασε «τα τοιαύτα» και η πεθερά και απόρησε. «Δεν γίνονται τοιαύτα. Οπισθοδρομικά γεγονότα. Ανάξια της τάξης μας!» Ανάξια ή όχι, συμφωνούσε ή διαφωνούσε ο Χρήστος της έδωσε τα παπούτσια στο χέρι και την έστειλε εκεί στην τάξη της, «στον αγύριστο!» Έτσι της είπε… Κι όχι πως αποδέχτηκε αυτή την κατάσταση. Ήξερε πολύ καλά ότι τα καφενεία ήταν ανδροκρατούμενα. Υπόθεση ανδρών. Γι’ αυτό μια γιαγιά ευφυέστατα έδωσε στο καφενείο του χωριού το προσωνύμιο «Το πουτσαρείο». Βαθιά και απόλυτα φιλοσοφημένη λέξη… Στο καφενείο λοιπόν, με παρέα ή όχι, ο καφές πίνονταν με ευχαρίστηση, γλύκα και ηδονή. Το έγραψε άλλωστε τόσο ωραία και ο Σουρής. «…Ω βαρύ γλυκέ καφέ μου/και σαν είμαι με παρέα/και σαν έχω μοναξιά/κάθε μια σου ρουφηξιά/είναι μια ψηλή ιδέα.» Το καφενείο, ο χώρος συγκέντρωσης των χωριανών και το μοναδικό, ας το πούμε μέσον ψυχαγωγίας. Γιορτές, Απόκριες, Χριστούγεννα, τραπεζώματα στο καφενείο. Δεν υπήρχαν τότε καφεκοπτεία ούτε και καφέδες πολλών ειδών. Ένας και μοναδικός. Τον έπαιρνε σπυρί ο καφετζής και τον άλεθε στον μύλο του. Εκεί, επί τόπου. Και ύστερα στη χόβολη. Κι ήταν πεντανόστιμος! Σκεφτόμουν κάποτε πως ο Γάλλος μυθιστοριογράφος Ονορέ ντε Μπαλζάκ που λέγεται πως έπινε σαράντα καφέδες ημερησίως, εκεί στο καφενείο του χωριού θα τους διπλασίαζε. Και ασφαλώς θα έγραφε και άλλα τόσα αριστουργήματα! Το Καφενείο λοιπόν του χωριού με την απλή, λιτή και ανθρώπινη διακόσμηση. Η ξυλόσομπα, στη μέση, απλά ξύλινα τραπεζάκια, ψάθινες οι καρέκλες. Υπήρχαν και μερικοί ξύλινοι πάγκοι. Αυτή ήταν όλη κι όλη η επίπλωση του χώρου. Το Λουξ που κρέμονταν από το κέντρο του ταβανιού έριχνε άπλετο φώς… Ο πάγκος του καφετζή με τον νιπτήρα, τα νεροπότηρα και τα κρασοπότηρα, τα ρακοπότηρα, τα καφόμπρικα και τα φλιτζάνια. Αργότερα εμφανίστηκε και το πετρογκάζ. Τι προσέφερε; Αναψυκτικά, ούζο, τσίπουρο σκέτο ή με μεζέ, στραγάλια στη χούφτα. Κάποτε κάποτε είχε και καμιά ελίτσα. Ο χώρος κοινωνικής εκδήλωσης αλλά και κοινωνικής παρουσίας. Όταν άκουγες «αυτός χάθ’κε από το καφενείο» σήμαινε πως απουσίαζε καθολικά από την κοινωνική ζωή. Γιατί το καφενείο ήταν η ίδια η κοινωνική ζωή. Εκεί οι πολιτικές συζητήσεις, εκεί η επίλυση κοινωνικών προβλημάτων, εκεί οι ομιλίες των πολιτευτών, εκεί οι διαπραγματεύσεις για την αγορά και πώληση των «ζωντανών», εκεί τα σεβάσια, εκεί ο κανονισμός της προίκας, εκεί ο Ταχυδρόμος μοίραζε τα γράμματα, εκεί τα πάντα… Δεν πιστεύω πως σήμερα μπορούν να λειτουργήσουν τέτοια καφενεία. Όση προσπάθεια και αν καταβληθεί, όσο μεράκι και αν βάλουν οι σχεδιαστές. Καφενείο γιοκ. Δεν υπάρχει πλέον διαπροσωπική σχέση, δεν ακούς καλημέρα. Οι σχέσεις μας δεν εκπέμπουν αισιοδοξία, δεν τονίζουν το νόημα της επικοινωνίας, κι επομένως αραχτοί στην τηλεόραση και στον καναπέ ιδιωτεύουμε. Το καφενείο ήταν ο αληθινός χώρος της δημοκρατίας!


*Χρήστος Α. Τούμπουρος -Συγγραφέας-Ερευνητής




0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.

.....................................................................................................................