ΚΟΥΡΟΣ: Η γιορτή των κτηνοτρόφων… (Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη)


ΚΟΥΡΟΣ. Η γιορτή των κτηνοτρόφων…
«Θα σκούξ’ του κουρουψάλιδου!»
 Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
μαρια αγγελη
Αφιερώνεται στους κτηνοτρόφους.
Τους «σταυραητούς» της υπαίθρου…



Ἤθελα νἄμουν τσέλιγκας
Ἤθελα νἄμουν τσέλιγκας, νἄμουν κ᾿ ἕνας σκουτέρης,
νὰ πάω νὰ ζήσω στὸ μαντρί, στὴν ἐρημιά, στὰ δάσα,
νἄχω κοπάδι πρόβατα, νἄχω κοπάδι γίδια,
κ᾿ ἕνα σωρὸ μαντρόσκυλα, νἄχω καὶ βοσκοτόπια,
τὸ καλοκαίρι στὰ βουνά, καὶ τὸν χειμῶ στοὺς κάμπους.
Νἄχω ἀπὸ πάλιουραν βορὸ καὶ στρούγγα ἀπὸ ροδάμι,
νἄχω καὶ σὲ ψηλὴν κορφὴ καλύβα ἀπὸ ρουπάκια,
νἄχω μὲ τὰ βοσκόπουλα σὲ κάθε σκάρον γλέντι,
νἄχω φλογέρα νὰ λαλῶ, ν᾿ ἀντιλαλοῦν οἱ κάμποι,
νἄχω καὶ κόρη ὄμορφη, στεφανωτήν μου νἄχω,
νὰ μοῦ βοηθάει στὸ σάλαγο, νὰ μοῦ βοηθάει στὰ γρέκια,
κι ὄντας θὰ τὰ σταλίζουμε τὰ δειλινὰ στοὺς ἴσκιους,
στῆς ρεματιᾶς τὴ χλωρασιὰ μαζί της νὰ πλαγιάζω,
νὰ μὲ κοιμίζει μὲ φιλιὰ στοὺς δροσερούς της κόρφους.
Κ. Κρυστάλλης
 
Γιορτή  των κτηνοτρόφων χαρακτηρίζω το κούρεμα των κοπαδιών προβάτων και γιδιών. Mια γιορτή χωρίς θρησκευτικό χαρακτήρα. Όταν έρθει ο Μάης αρχίζουν οι ετοιμασίες για τον κούρο. Πρόκειται για μια χρονοβόρα, κουραστική αλλά συνάμα ευχάριστη διαδικασία που γίνεται στη στάνη. Είναι κατεξοχήν ανδρική εργασία που γίνεται σε συνεργασία με άλλους τσοπάνηδες. Η γυναίκα συμμετέχει  σε βοηθητικό ρόλο στην εργασία αυτή. Τα παιδιά επίσης συμμετέχουν βοηθητικά. Αναλυτικότερα θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Προετοιμασία: Ο κτηνοτρόφος αναλαμβάνει την προετοιμασία του κούρου. Ορίζει την ημέρα, προσκαλεί τους άξιους κουρευτάδες, τροχίζει τα μεγάλα ψαλίδια, τα λεγόμενα «κουροψάλιδα». Παραγγέλει και καινούργια στους σιδηρουργούς της περιοχής. Η γυναίκα κτηνοτρόφισσα αρχίζει τις ετοιμασίες και αυτή. Ετοιμάζει τα  απαραίτητα για το τραπέζι του κούρου, και προγραμματίζει τα φαγητά που θα μαγειρέψει. Είναι γιορτινό τραπέζι και έχει πολλή φροντίδα…
02
Εικόνα: Κοπάδι γίδια   [http://akrielassonas.blogspot.com/2015/12/blog-post.html ]
Όπως προκύπτει από τις ελάχιστες γραπτές, αλλά κυρίως τις προφορικές πηγές το κούρεμα των ζώων είναι δύσκολη διαδικασία. Απαιτούνται τεχνική,καλαισθησία, μεράκι και αγάπη για το ζώο. Γι’ αυτό ο τσοπάνης επιλέγει τους καλύτερους κουρευτές, «τους μερακλήδες». Κάτι ανάλογο που κάνουμε και εμείς  στην επιλογή του κομμωτή ή της κομμώτριάς μας. Ένας κουρευτής έπρεπε να κατέχει καλά την τέχνη του κουρέματος. Γενικά όμως στο κούρεμα, όπως και σε κάθε εργασία το αποτέλεσμα εξαρτάται από την αγάπη και το μεράκι του ανθρώπου… Και στην προκειμένη περίπτωση  οι μερακλήδες κουρευτάδες ομόρφαιναν τα ζώα. Δεν διεκπεραίωναν απλά μια διαδικασία. Ξεχώριζαν τα ζώα τα κουρεμένα από τα χέρια του καλού κουρευτή, όπως συμβαίνει και στους κομμωτές- κομμώτριες των ανθρώπων. Δεν έχουν όλοι το ίδιο καλό αποτέλεσμα. Γι’ αυτό υπάρχει και η χαρακτηριστική  φράση: «σαν κουρεμένο γίδι»! Που σημαίνει ότι κάποιος είναι άσχημα κουρεμένος!
Οι γιδαραίοι     ετοιμάζουν επίσης και τις κουρεύτρες για να μπορούν να δένουν τα ζωηρά και ατίθασα γίδια. Η κουρεύτρα είναι απαραίτητο εργαλείο για το κούρεμα των ζώων. Αποτελεί  κατασκευή του ίδιου του τσοπάνη, ο οποίος εκτός από τσοπάνης ήταν και ξυλουργός  για διάφορες κατασκευές της στάνης του… Διάλεγε ένα διχαλωτό ξύλο στο λόγγο. Σκληρό για να είναι ανθεκτικό. Στην άκρη το πελεκούσε για να γίνει σουφλερό και να μπήγεται στο χώμα. Στη διχάλα περνούσε το κεφάλι του ζώου. Έδενε στη συνέχεια ένα χονδρό σχοινί από το ένα και το άλλο διχάλι. Και έτσι «αιχμαλωτιζόταν» για λίγη ώρα και  δεν μπορούσε να ξεφύγει το ζώο. Ο κουρευτής  ασφαλής πια μπορούσε να το κουρέψει όμορφα.
Οι προβαταραίοι δεν χρειάζονται κουρεύτρες γιατί τα πρόβατα είναι ήμερα ζώα, «μολαΐμικα», για να χρησιμοποιήσω την κατάλληλη λέξη, που τους αποδίδεται ως χαρακτηρισμός από τους ίδιους τους κτηνοτρόφους. Στέκονται χωρίς δέσιμο στην κουρεύτρα.
Επιλογή της ημέρας του Κούρου. Έφτανε η μέρα που «θα σκούξ’ του κουρουψάλιδου», για να χρησιμοποιήσω το όμορφο γλωσσάρι των τσοπάνηδων! Επιλέγουν τη μέρα που θα αρχίσουν το κούρεμα, την κουρά ή τον κούρο. Η Κυριακή, μέρα του Θεού, δεν επιλέγεται για κούρο. Η Τρίτη είναι καταραμένη. Έχει ταυτιστεί στη συλλογική μνήμη ως ημέρα που έπεσε η Πόλη και η Αγιά Σοφιά! Και η Παρασκευή δεν θεωρείται καλή για αρχή. Καλή μέρα θεωρούνταν η Πέμπτη.
Υπήρχε καταμερισμός εργασιών στη διαδικασία του κούρου:
Ο τσοπάνης κυρίως είχε την ευθύνη για την οργάνωση και διεκπεραίωση του κούρου. Η γυναίκα τσοπάνισσα είχε την  ευθύνη για το τραπέζι με όλα τα απαραίτητα...
Οι κουρευτές είναι υπεύθυνοι να κουρέψουν με τον καλύτερο τρόπο όλα τα ζώα ανάλογα με την περίπτωση. Να αναδείξουν τη φυσική ομορφιά των ζώων, όχι να την υποβαθμίσουν… Ο κούρος ήταν μια κουραστική εργασία. Γινόταν αποκλειστικά από άνδρες, όπως αναφέραμε. Απαιτούσε δεξιοτεχνία και δύναμη να κρατήσεις  και να κουρέψεις το ζώο. Οι άνδρες κουράζονταν πολύ κυρίως στο κούρεμα των γιδιών που αντιστέκονται. Επίσης στο να πιάσουν ένα ζωηρό ζώο για την κουρεύτρα  με τα χέρια ή με τη γκλίτσα από τα πόδια του είναι κουραστικό. Συνήθως αυτά τα έπιανε ο πατέρας στη στάνη μας και τα πήγαινε στην κουρεύτρα. Και τούτο επειδή τον γνώριζαν τα ζώα και ο ίδιος ήξερε τη συμπεριφορά του καθενός. Μούσκευε στον ιδρώτα το πουκάμισο των κουρευτάδων από την κούραση και τη ζέστη του Μαΐου. Πριν αρχίσουν το κούρεμα οι κουρευτάδες γυρίζουν προς την Ανατολή και εύχονται «καλά να αρχίσει και καλά να τελειώσει ο κούρος».
03
Eικόνα: Κουρευτής Νίκος Αγγέλης. Κουρεύει «λιάρο» τράγο στην κουρεύτρα. [Από το βιβλίο: Αγγέλη Μαρία – Νάκου Δήμητρα, Τεχνίτες , Πραματευτάδες και Επαγγέλματα που χάθηκαν ή χάνονται…, Έκδοση Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αιτωλοακαρνανίας 1999].
Κούρευαν με μεγάλο ψαλίδι, το «κουροψάλιδο» και με ήρεμες κινήσεις για να μην προκαλούν πολύ φόβο στο ζώο. Το χειροκίνητο ψαλίδι κούραζε τα χέρια των ανδρών. Γι’ αυτό ο πατέρας, κουρευτής ο ίδιος, θυμάμαι, τύλιγε με βαμβακερό ή μάλλινο ύφασμα τις λαβές του για να μην πληγώσει το χέρι του. Τα χέρια του πατέρα ήταν «αργασμένα», σκληραγωγημένα από τις δουλειές που απαιτούσε το επάγγελμα. Άντεχαν και στον κούρο. Αν ήταν αδούλευτα θα γέμιζαν φουσκάλες και μώλωπες. Σε έναν κούρο  συνήθως απαιτούνταν  τέσσερα πέντε «ψαλίδια». Έτσι λογάριαζαν τους κουρευτάδες. Υπήρχε αλληλοβοήθεια σ’ αυτή την εργασία. Ο ένας εξυπηρετούσε τον άλλον. Αυτή η συνεργασία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
04
Εικόνα: το κουροψάλιδο του Νίκου Αγγέλη…
Ένας άνδρας, «γδάρτης και ψήστης»,  αναλαμβάνει την ετοιμασία και το ψήσιμο του ζώου και του κοκορετσιού για το τραπέζι. Με τη βοήθεια πάλι της γυναίκας όπου χρειάζεται. Θυμάμαι ο πατέρας σημάδευε  ένα καλό κατσίκι για τον κούρο. Φρόντιζε να έχει κουβαλήσει ξύλα για το ψήσιμο, το σουβλί για το κατσίκι, το οποίο κάποτε το πελεκούσε ο ίδιος από ανθεκτικό ξύλο, και τις σούβλες για το κοκορέτσι.
Τα παιδιά της οικογένειας συμμετέχουν, αν δεν έχουν σχολείο, βοηθητικά. Μαζεύουν τα μαλλιά των ζώων και τα στοιβάζουν στα σακιά. Βοηθάνε έτσι τη νοικοκυρά. Φέρνουν νερό στους κουρευτάδες που από την κούραση και τη ζέστη διψάνε πολύ. Σερβίρουν ούζο, κοκορέτσι κ.λπ. Αυτά τα παιδιά διατηρούν στη μνήμη τους ολάκερη την τσοπάνικη ζωή με τις χαρές και τις λύπες της… Ενδεικτική είναι η φράση του πατέρα: «Το ’να μαστάρι της γίδας βγάζει γάλα και τ’ άλλο φαρμάκι!».
Επίσης, ο κτηνοτρόφος μπορούσε να καλέσει και φίλους στη χαρά του κοπαδιού του. Φίλους που δεν είναι κουρευτές. Είναι απλά παρατηρητές αυτού του ωραίου πανηγυριού στη στάνη. Και συνδαιτυμόνες στο τραπέζι του Κούρου, εκεί στον ίσκιο ενός δένδρου….
Α. Κούρεμα προβάτων: Μερικός  και ολικός κούρος. Στα πρόβατα συνήθως πριν τον ολικό κούρο γίνονταν ένας μερικός κούρος θα λέγαμε. Στη γλώσσα των προβαταραίων ονομάζεται κωλοκούρισμα, «κλουκούρ’σμα» στην ξηρομερίτικη διάλεκτο. Κούρευαν τότε κάποια σημεία του ζώου, την κοιλιά κοντά στην ουρά και το λαιμό… Κυρίως να τα απαλλάξουν από τη βρωμιά, όταν άρχιζε το ζώο να τρώει  χορτάρι και είχε διάρροια… Τα μαλλιά που μάζευαν από αυτό το μερικό κούρο τα λένε κωλόκουρα, «κλόκρα» στο Ξηρόμερο. Αφαιρείται το ω και το ου. Αρκούν τα δύο φωνήεντα που μένουν στην κουτσουρεμένη λέξη!
05
Εικόνα: Παραδοσιακός κούρος προβάτων
Στον ολικό κούρο οι κουρευτάδες κουρεύουν προσεκτικά ολόκληρο το ζώο. Δεν έχουν δυσκολία γιατί τα πρόβατα είναι ήρεμα. Ψαλιδίζουν το τρίχωμα του ζώου και φαίνεται σαν να ξεκολλάει κομμάτι μάλλινο ύφασμα. Τόσο πυκνό και μπλεγμένο είναι το μαλλί του… Τα ζώα αλαφρώνουν από το μαλλί  και απαλλάσσονται  από τη φαγούρα. Τα τσιμπούρια  που ήταν κολλημένα πάνω στα μαλλιά τους πέφτουν κάτω. Κάποια που είναι κολλημένα στο δέρμα, στο τομάρι τους τα ξεκολλάει ο τσοπάνης με το δικό του τρόπο. Αλείφει το δέρμα με μούργα λαδιού. Αυτά δεν αντέχουν τη μυρωδιά και πέφτουν ζαλισμένα από μόνα τους.
Οι γυναίκες και τα παιδιά μαζεύουν τα μαλλιά τα οποία στη συνέχεια θα τα αξιοποιήσουν οι υφάντρες ή θα τα πουλήσουν στον έμπορα… Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια αυτή η σημαντική πρώτη ύλη πετιέται επειδή έχει μηδενική εμπορική αξία. Θα μπορούσε όμως να αξιοποιηθεί στην εγχώρια υφαντική…
06
Β. Κούρεμα γιδιών: Οι γιδαραίοι έχουν μεγαλύτερη δυσκολία γιατί τα γίδια  είναι «διαόλοι» και μάλιστα «ρεματιανοί», όπως λένε οι ίδιοι. Θα εξηγήσω τη σημασία του επιθέτου: ρεματιανοί. Είναι οι διαβόλοι που κατοικούν στα ρέματα. Εκεί κάποιες ώρες βγαίνουν και χορεύουν. Αλλοίμονο τότε σε όποιον τύχει και περάσει στα πανηγύρια τους! Παθαίνει τρανό κακό… Έτσι πίστευαν οι τσοπάνηδες…
«Πάντοτε έτρεφα έναν κρυφό θαυμασμό για τα γίδια. Κι ας τα ταύτιζαν οι δικοί μου με το διάβολο. Κι ας τα αποκαλούσαν συνεχώς «ψωριάρικα». Με γοήτευε η ανεξαρτησία τους και η ανυπακοή τους». Αυτά γράφει για τα γίδια ο καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, γιος κτηνοτρόφου ο ίδιος, ο Βασίλης Νιτσιάκος. [Βλέπετε: Γιάννης Τσέβρεχος, Το κοπάδι, από τα τετράδια ενός βοσκού, Έκδοση «έλλα», 2005, σελίδα 19].
Τα γίδια λοιπόν, αυτό το «διαόλου ασκέρι», δεν είναι ήμερα και αντιστέκονται στους κουρευτάδες. Γι’ αυτό οι γιδαραίοι επινόησαν ένα απλό εργαλείο την κουρεύτρα, όπως  ήδη αναφέραμε. Εκεί τα εγκλωβίζουν αναγκαστικά. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό το απλό εργαλείο του κτηνοτρόφου. Γιατί δεμένο το ζώο εκεί διευκόλυνε τον κουρευτή να «καλοκουρέψει». Διαφορετικά υπήρχε κίνδυνος τραυματισμού του ζώου από το ψαλίδι, αλλά  και του ίδιου του κουρευτή από τα κέρατα του ζώου. Σε περίπτωση που κάποιο κουροψάλιδο παραπάρει και μαζί με το μαλλί κόψει και λίγο πετσί, «τομάρι» του ζώου, αμέσως το αλείφουν με αλοιφή που έχουν ετοιμάσει.To λάδι μαζί με ψειρόσκονη ήταν γιατρικό. Διαφορετικά στην πληγή θα πήγαινε μύγα και θα σκουλήκιαζε. Η λαϊκή κτηνιατρική είχε τρόπους  να θεραπεύει με γιατροσόφια τα ζώα.
Στα νεότερα χρόνια υπάρχουν τα κατάλληλα φάρμακα για την αντιμετώπιση τέτοιων μικροτραυματισμών καθώς και άλλων ασθενειών. Η κτηνιατρική έχει προοδεύσει σημαντικά…
Θαυμάζουμε την οργάνωση που είχε σε όλα ο μερακλής τσοπάνος. Και πόσο καλά γνώριζε τη συμπεριφορά των ζώων του. Όπως ο πατέρας τα παιδιά του. Και ακόμα πιο πολύ θα τολμήσω να πω. Γιατί στα ζώα του αναλάμβανε πολλές φορές να «ξεγεννήσει» τη γίδα σαν μαιευτήρας ο ίδιος.Τη γέννηση των παιδιών του την αναλάμβανε η πρακτική μαμή ή ο μαιευτήρας στα νεότερα χρόνια… Η σχέση λοιπόν με τα ζωντανά του χτίζονταν από το γέννο! Τώρα που τα καταγράφω, κατανοώ πιο πολύ, την πίκρα του πατέρα όταν «κρέμασε τη γκλίτσα του!», για να χρησιμοποιήσω τη λαϊκή έκφραση. Η έκφραση, για όσους δεν γνωρίζουν, σημαίνει τέλειωσε την τσοπάνικη ζωή του!
«Σήμερα οι τσοπάνηδες δεν χρησιμοποιούν τις κουρεύτρες. Προτιμούν να δένουν τα ζώα πάνω από τις ταράτσες στα μαντριά που είναι χτισμένα από τσιμεντόλιθους. Τα ζώα κρέμονται σαν μπαλαρίνες! Χορεύτριες στον αέρα. Καμία ασφάλεια για τον κουρευτή και καμία μερακλοσύνη στο κούρεμα! Τι κούρεμα να κάνεις όταν χοροπηδάει από δω και από κει ο τράγος και η γίδα;»[Προφορική αφήγηση Δημήτρη(Τάκη)  Αγγέλη 30-3-2020].
Χαρακτηριστική η παρομοίωση που κάνει στην προφορική αφήγηση ο αδελφός μου. Ο ίδιος, ως γιος τσοπάνη, έχει βιωμένη εμπειρία στην κτηνοτροφία και στον παραδοσιακό κούρο. Αναρωτιέμαι, πώς θα αντιδρούσε άραγε, στην περίπτωση αυτού του σύγχρονου κουρέματος, ένας μερακλής κουρευτής; Σίγουρα θα αγανακτούσε αν έβλεπε «να κριματζαλιέται» το ζώο στον αέρα, με κίνδυνο «να απ’στομίσ(ει)» τον κουρευτή του! Αυτός έφτιαχνε «ξιμουτόχ’(ου)»(=επίτηδες) τις κουρεύτρες του!
Τα ζώα δεν κουρεύονται ομοιότροπα όλα. Υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με το φύλο, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά, το σωματότυπο, το ρόλο του στην κοινωνία των ζώων.
Η γίδα που έχει κορμί, φοράει κύπρο, θέλει στόλισμα και εξαιρετικό κούρεμα! Έχει διαφορετική αντιμετώπιση από την άλλη που δε διαθέτει ωραίο κορμί, είναι μικροκαμωμένη, και δε φοράει κύπρο, άρα δεν χρειάζεται και ιδιαίτερο κούρεμα. Παρατηρείται ότι και στην κοινωνία των ζώων η εμφάνιση προδιαθέτει θετικά ή αρνητικά. Ανάλογα  δηλαδή με την κοινωνία των ανθρώπων…
Το κούρεμα των τράγων ήταν διαφορετικό από τα άλλα ζώα. Στα υπόλοιπα γίδια μπορεί να ξεχώριζαν  οι ψαλιδιές εδώ κι εκεί. Κάποιοι κουρευτάδες δεν έδιναν πολλή  σημασία στο αισθητικό μέρος. Τους ενδιέφερε το πρακτικό. Να τα απαλλάξουν, να τα αλαφρώσουν από τα μαλλιά για να μην ζεσταίνονται.Στους τράγους όμως πρόσεχαν πολύ οι κουρευτάδες. Τα βαρβάτα τραγιά τα κούρευαν με κάπα στη ράχη και οι πιο καλοί κουρευτάδες άφηναν να κρέμονται «κουρέλια» στην κάπα. Τα κουρέλια κατέβαιναν όμορφα σε σκάλες στο δέρμα για να δώσουν ένα ιδιαίτερο στυλ στο ζώο. Και ήταν τόσα τα κουρέλια ανάλογα με την ηλικία του ζώου όπως αφηγείται τη βιωμένη εμπειρία του ο Δημήτρης(Τάκης) Αγγέλης. Ένα βαρβάτο δεν το κρατούσαν πολλά χρόνια. Τέσσερα πέντε μόνο. Το αντικαθιστούσαν με νέο για να εξασφαλίζουν την καλή αναπαραγωγή του κοπαδιού!
07
Εικόνα: «Συνομιλούντα όντα». Γκεσέμι με τον τσοπάνη!
Η φωτογραφία αποδίδει τη μοναδική σχέση του παραδοσιακού κτηνοτρόφου με τα ζώα  του και ιδιαίτερα με το γκεσέμι του… Ήταν ο «επιλοχίας του λόχου του»…
Τα γκεσέμια τα κούρευαν με ιδιαίτερη επιμέλεια. Ανάλογα με τον αριθμό των ζώων ο τσοπάνης κρατούσε και τα γκεσέμια τους αρχηγούς του κοπαδιού του. Ενδεικτικά θα αναφέρω στα διακόσια γίδια του πατέρα ήταν δεκαπέντε με είκοσι γκεσέμια. Πήγαινε μπροστά το ένα και ακολουθούσαν τα άλλα… Το γκεσέμι είναι ο αρχηγός του κοπαδιού. Οι κουρευτάδες άφηναν πάνω τους τρίχωμα επιμελώς ψαλιδισμένο για να τονίζει την ομορφιά τους.Ήταν κάποιες λουρίδες σα ζέβρα, για να χρησιμοποιήσω την παρομοίωση που χρησιμοποίησε ο αδελφός μου, προκειμένου να κατανοήσω το κούρεμα του γκεσεμιού. Άφηναν και φούντες στο πίσω μέρος των μπροστινών ποδιών και στα πίσω πόδια επίσης. Άφηναν και γένι κάτω από τις μουσούδες του. Ας «ακούσουμε» καλύτερα ένα παιδί τότε που βίωσε την τσοπάνικη ζωή, ώριμος τώρα, αφηγείται για τον κούρο:
«Ο κούρος είναι ιδιαίτερη ιεροτελεστία για τους τσοπάνηδες, και ο καθένας καμαρώνει το κοπάδι του μετά από αυτή τη διαδικασία. Καλούνται και προσέρχονται στη στάνη μερακλήδες, «τσαμπάσηδες» κουρευτάδες που γνωρίζουν αυτή την τέχνη. Διότι είναι διαφορετικό το κούρεμα από ζώο σε ζώο. Άλλο το κούρεμα της γίδας άλλο του τράγου. Άλλο του γεννήτορα του βαρβάτου, άλλο του γκεσεμιού, του αρχηγού.
Επίσης και από γίδα σε γίδα διαφέρει. Ανάλογα με το κορμί της, τα κέρατά της, αν έχει κουδούνι, αν έχει κύπρο.
Τα βαρβάτα τα κουρεύαμε με «κάπα» και οι πιο μερακλήδες άφηναν ανάλογα την ηλικία του τράγου να κρέμονται στην κάπα του τα λεγόμενα «κουρέλια». Τα κουρέλια είχαν παραλληλόγραμμο σχήμα. Για παράδειγμα δύο ετών ο τράγος δύο κουρέλια, τριών ετών τρία κουρέλια… Έπεφταν  «με σκάλες» στο δέρμα του ζώου.
Στα γκεσέμια γίνονταν πιο μερακλίδικο κούρεμα, τα κούρευαν κάνοντας λοξές σκάλες με τη μύτη του ψαλιδιού. Με λουρίδες κάθετες σε όλο  το κορμί του, σα ζέβρα να φανταστείς. Αφήνουν και φούντες στο πίσω μέρος των μπροστινών ποδιών και στα πίσω πόδια…Άφηναν  και γένι στο ζώο αυτό!
Επίσης οι τσοπάνηδες ετοιμάζουν την καινούργια ζυγιά, «ζγιά». Κυπροκούδουνα για τα πιο μεγάλα, να τα φορέσουν στα γκεσέμια τη μεγάλη Πέμπτη! Αφού τώρα είναι  Άνοιξη, η μέρα μεγάλωσε, τα τραγιά είναι πιο γερά και φαγωμένα και συνεχώς θα παχαίνουν με το καινούργιο κλαρί και τις βοσκές και το κοπάδι θα βγει στις ράχες… Τη θέλουν «την αρματωσιά» τους! Έρχεται και ο σκάρος».[Προφορική αφήγηση Δ. Αγγέλη]
Ο πατέρας, ήταν πολύ μερακλής, για τούτο αναλάμβανε ο ίδιος το κούρεμα των τράγων. Δεν τα  εμπιστεύονταν εύκολα σε άλλον. Βέβαια διέθετε αρκετό χρόνο σε τέτοια κουρέματα. Έβλεπε όμως το αποτέλεσμα των χεριών του και καμάρωνε. Και οι άλλοι κουρευτάδες επιδοκίμαζαν το κούρεμά του: «Είναι μερακλής ο Νίκος», λέγανε με θαυμασμό. Και όταν έβγαιναν τα γίδια για βόσκηση ή για πότισμα καμάρωνε ο κάθε τσοπάνος τα καλοκουρεμένα ζώα του πατέρα.. Ένιωθε τότε μια κρυφή υπερηφάνεια και ο ίδιος. Υπάρχει μια παροιμιακή φράση:
«Το μερακλή τσοπάνη τον ακούς από τα τσοκάνια και τον βλέπεις απ’ τα γκεσέμια». Η φράση αποδίδει την άποψη που σχηματίζει κάποιος για τον τσοπάνη από τον ήχο των κουδουνιών και από την εικόνα των γκεσεμιών του κοπαδιού του! Το μεράκι και η καλαισθησία του πατέρα εκφράζονταν σε κάθε δουλειά του. Όταν περνούσε κάποιος από τη στάνη, θαύμαζε την τεχνική και την τάξη και την πάστρα  που υπήρχε… Αυτός ο άνθρωπος τιμούσε όσο λίγοι το επάγγελμα του τσοπάνη! Τότε ο τσοπάνης βέβαια δεν είχε το κινητό στη τσέπη του για να φωτογραφίζει τη στάνη, τα μαντριά, το κοπάδι του στον κύκλο της κτηνοτροφίας… Είναι ελάχιστες οι φωτογραφικές αναπαραστάσεις της παραδοσιακής κτηνοτροφίας  στην οποία αναφέρομαι.
Υπήρχε και το έθιμο: Τη Μεγάλη Πέμπτη αλλάζουν κουδούνια στα ζώα. «Αρματώνουν», για να χρησιμοποιήσω το κατάλληλο ρήμα της τσοπάνικης διαλέκτου, τα γκεσέμια οι τσοπάνηδες με κύπρια και κουδούνια γλυκόλαλα. Άνοιξη, ο τόπος έχει κλαρί, τα ζώα είναι καλοφαγωμένα, είναι κουρεμένα, είναι γερά, και μπορούν να σηκώσουν τα εξαιρετικά αυτά «αξεσουάρ» και να αντιλαλήσει ο τόπος! «Ξαρμάτωτο κοπάδι  βοσκό δε μαρτυράει», κατά τη λαϊκή παροιμία.
Το γκεσέμι , αυτό το περήφανο ζώο, ο μπροστάρης του κοπαδιού, σα να χαίρεται το γλυκόλαλο ήχο του κουδουνιού που φοράει στο λαιμό του. Και κυρίως σα να νιώθει το ρόλο του, ως μπροστάρης του κοπαδιού. Βαδίζει αγέρωχο μπροστά και με κινήσεις που διευκολύνουν το χτύπημα του κουδουνιού του. Θαρρείς και θέλει να ανταποδώσει τη χαρά του στον τσοπάνη και να τον δικαιώσει για την επιλογή του.
Μπροστά σειστό, καμαρωτό πηγαίνει το γκεσέμι
Κι ακολουθούνε σκαλωτά,
Τ’ άλλα τα κυπροκούδουνα κι η λαγκαδούλα τρέμει,
Απ’ την πολλήν αχολογιά! [Β. Λαμνάτου, Ο Αγναντευτής της Ρούμελης, Αθήνα 1963, σελίδα 69]
Οι γυναίκες στον κούρο συμμετείχαν ως βοηθητικές στη διαδικασία. Αναλάμβαναν να μαζέψουν τα μαλλιά που έπεφταν κάτω από το κούρεμα και να τα αποθηκεύσουν σε μεγάλα σακιά. Το πλύσιμο και η αξιοποίηση των μαλλιών στη συνέχεια ήταν αποκλειστικά δική τους ευθύνη.Τα υφαντά και τα πλεχτά ήταν έργα των χεριών τους… Στα νεότερα χρόνια τα μαλλιά,  αυτή η σημαντική πρώτη ύλη, πετιούνταν ως άχρηστη πια… Οι γυναίκες επίσης, αναλάμβανα να στρώσουν τραπέζι στον ίσκιο κάποιου δένδρου. Τα απαραίτητα τα  μεταφέρουν από το νοικοκυριό στη στάνη. Τυρόπιτα, ζυμωτό ψωμί και φρέσκια «δγιαούρτη», έτσι έλεγαν το γιαούρτι, σαλάτα με φρέσκα μαρούλια και κρεμμυδάκια του κήπου τους… Το ψητό και το κοκορέτσι έρχονται πρώτα στις προτιμήσεις των Ξηρομεριτών! Σαν ένα πασχαλινό τραπέζι στρωμένο στην ανοιξιάτικη φύση. Και μόνο το σκηνικό δημιουργούσε ευφορία στους συμμετέχοντες. Τα ψητά και η μυρωδιά τους απογείωναν όλες τις αισθήσεις… Τώρα που προσπαθώ να αποτυπώσω στον Η/Υ αυτές τις στιγμές νιώθω τη μαγεία του Κούρου!
Το τραπέζι του κούρου το απολάμβαναν οι κουρευτάδες οι οποίοι μετά την κούραση είχαν ανάγκη να φάνε και να πιούνε. Το πλούσιο φαγοπότι ήταν η «ανταμοιβή» του ημερήσιου κόπου τους. Εκεί συζητούσαν, καλαμπούριζαν και εύχονταν στον τσοπάνο: να τα χιλιάσει! Οι συζητήσεις, τα αστεία, τα πειράγματα, ακόμα και η «συνομιλία» με τα ζώα  και κατά τη διάρκεια της εργασίας απάλυναν την κούραση του κούρου… Ο τσοπάνος έβγαζε την πλάτη του ψημένου ζώου και προσπαθούσε «να διαβάσει  τα μελλούμενα». Μια αρχαία συνήθεια που επιβιώνει ακόμα.  Η διαχρονική αγωνία του ανθρώπου για το τι επιφυλάσσει το μέλλον… Υπήρχαν κάποιοι που γνώριζαν τα σημάδια που αποτυπώνονταν στην πλάτη του ζώου. Και προμήνυαν το μέλλον της οικογένειας…
Στο τέλος οι κουρευτάδες αποχαιρετούσαν με την ευχή στο νοικοκύρη:
Να τα χιλιάσει! Να μη βασκαθούν! Και του χρόνου!
08
Αλλαγές και συνέχειες: Το έθιμο του Κούρου έχει μια διαχρονική πολιτιστική σημασία. Είναι όμως και απαραίτητο και για την καλή υγεία των ζώων. Σήμερα(2020), κάποιοι τσοπάνηδες, κυρίως αυτοί που έχουν λίγα αιγοπρόβατα, εξακολουθούν να κουρεύουν με τα χειροκίνητα ψαλίδια, όπως άλλοτε. Κάποιοι άλλοι που έχουν κτηνοτροφικές μονάδες,  χρησιμοποιούν σύγχρονες κουρευτικές μηχανές. Επίσης προσλαμβάνουν εργάτες κουρευτές ζώων με αμοιβή. Εξέλειπε η χρήση της ξύλινης κουρεύτρας… Εξέλειπε σε αυτές τις περιπτώσεις η αλληλοβοήθεια και η συνεργασία στον κούρο! Διατηρείται ευτυχώς το γιορτινό τραπέζι!       
Και αφού αναφερθήκαμε στο τραπέζι του κούρου, θα κλείσω με ένα δημοτικό τραγούδι «της τάβλας», του τραπεζιού:
Σε τούτην τάβλα που ’μαστε, σε τούτο το τραπέζι
Τον Άγγελο φιλεύουμε και το Χριστό κερνάμε
Και την παρθένα Παναγιά κι αυτή την προσκυνάμε,
Να μας χαρίσει τα κλειδιά, κλειδιά του Παραδείσου,
Ν’ ανοίξω τον Παράδεισον ν’ ανοίξω να ’μπω μέσα.
Να ιδώ τους νιούς πού κάθονται, τους γέρους πώς κοιμούνται,
Να ιδώ και τα μικρά παιδιά, πώς παίζουν, πώς γελάνε;
[Βλέπετε: Β. Λαμνάτου, Έθιμα των τσελιγγάδων, Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, Ι.Δ.ΚΟΛΛΑΡΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΣ Α.Ε. σελίδα 114].
09
Εικόνα: κουρεμένος τράγος με κύπρο. Προσπάθεια απόδοσης παραδοσιακού κουρέματος «κάπα με κουρέλια».
Ανάγνωση εικόνας«Το  όμορφο ζώο απαλλάχτηκε από τα πολλά μαλλιά. Έπρεπε όμως  να είναι πιο ψηλά η κάπα, όχι τόσο μακριά. Και «τα κουρέλια» πιο κοντά, πιο επιμελημένα. Με «σκάλες», όμορφα και συμμετρικά να πέφτουν στο δέρμα του ζώου. Επίσης, η κουρεύτρα να είναι πιο ψηλή και το άνοιγμα της διχάλας πιο ανοιχτό, για να αιχμαλωτίζεται ήρεμα το κεφάλι του ζώου. Αυτό είναι για κατσίκια… Η προσπάθεια καλή, αλλά χρειάζεται βελτιώσεις…». Άποψη και σχολιασμός μερακλή κουρευτή.
Σημείωση-πρόταση: α).Στην περιοχή του Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας ,τόπου καταγωγής μου, υπήρχε και ευτυχώς υπάρχει μεγάλη κτηνοτροφία. Προτείνω τη συλλογή φωτογραφικού υλικού και άλλων  αντικειμένων για την οργάνωση έκθεσης σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς και κτηνοτρόφους. Οι κτηνοτρόφοι μπορούν να παρουσιάσουν και τρόπους παρασκευής των προϊόντων τους…
Το υλικό που θα συγκεντρωθεί μπορεί να φιλοξενηθεί σε ένα μελλοντικό μουσείο Κτηνοτροφίας για να αφηγείται στους επισκέπτες τον Κύκλο της κτηνοτροφίας…
β).Οι επισκέψεις σχολείων στο χώρο μιας τέτοιας έκθεσης θα είναι πολύ δημιουργικές. Και μάλιστα όταν οι μαθητές/τριες αναλάβουν σχετικές δραστηριότητες με την καθοδήγηση των δασκάλων τους και σε συνεργασία με πρόθυμους κτηνοτρόφους της περιοχής, τυροκόμους,κτηνιάτρους κ.λπ.
Ως εκπαιδευτικός πιστεύω ότι αυτό θα είναι το καλύτερο μάθημα Τοπικής Ιστορίας!
Ο  Δήμος Ξηρομέρου μπορεί να στηρίξει ένα τέτοιο πρόγραμμα, αφού η κτηνοτροφία ήταν και εξακολουθεί να είναι μία από τις σημαντικές εργασίες των κατοίκων της περιοχής.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.

.....................................................................................................................