Η εισήγηση της καθηγήτριας ΜΑΡΙΑΣ Ν. ΑΓΓΕΛΗ, στην παρουσίαση του βιβλίου ΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥΜΗ: «Ο λυγμός της καταιγίδας» στο Αγρίνιο

Η εισήγηση της Μαρίας Ν. Αγγέλη 
(Το κείμενο εκφωνήθηκε από την ΜΑΡΙΑ Ν. ΑΓΓΕΛΗ, Δρ. Κοινωνικής Λαογραφίας, για την παρουσίαση του βιβλίου του ΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥΜΗ «Ο λυγμός της καταιγίδας», στο ξενοδοχείο Imperial, Αγρίνιο, 17 Δεκεμβρίου 2018)

Γράφει η δρ. Μαρία Ν. Αγγέλη



«Ο λυγμός της καταιγίδας»
Το βιβλίο του Νίκου Ναούμη

Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

    Με το Νίκο Ναούμη έχουμε κοινή καταγωγή. Είμαστε Ξηρομερίτες. Είναι από την Παλαιομάνινα, είμαι από το Μαχαιρά. Δεν έτυχε να γνωριστούμε… Γνωριστήκαμε πριν λίγο καιρό, όταν με πήρε τηλέφωνο για να μου ζητήσει να παρουσιάσω το βιβλίο του.
         Η αλήθεια είναι πως δεν είχα χρόνο να διαβάσω ένα ακόμα μυθιστόρημα, ούτε και τη διάθεση για να είμαι ειλικρινής. Με συγκίνησε, όμως, η ευγένεια και η σεμνότητα του Νίκου. Μου είπε: «Κυρία Αγγέλη, εγώ δεν είμαι συγγραφέας. Αισθάνθηκα την ανάγκη να γράψω κάποια πράγματα και να τα μοιραστώ με άλλους ανθρώπους. Ήταν όνειρό μου να γράψω ένα βιβλίο…» 
        Και κάτι ακόμα: όταν του ζήτησα να μου πει ποιες ενότητες θα ήθελε να προβάλλω στην παρουσίαση, πράγμα το οποίο θα διευκόλυνε και μένα, μου είπε: «ό, τι σας αρέσει! Γνωρίζω ότι έχετε εμπειρία σχετικά με τα βιβλία και θα ήθελα να ακούσω τα σχόλια σας και να βελτιωθώ»! Του ζήτησα να μου πει δυο λόγια για την υπόθεση του βιβλίου. Έτσι κατάλαβα ότι δεν είναι ροζ μυθιστόρημα. Δεν θα το μπορούσα.............



         Μετά από αυτή την τηλεφωνική συνομιλία δέχτηκα να αναλάβω και εγώ την παρουσίαση του βιβλίου. Μου  το έστειλε ηλεκτρονικά αμέσως και άρχισα να το διαβάζω. Θα μοιραστώ μαζί σας κάποια πράγματα που έχω σημειώσει. 
         Το βιβλίο αυτό είναι ένα μυθιστόρημα με τίτλο: «Ο λυγμός της καταιγίδας».Εκδόθηκε πριν λίγες μέρες από τις εκδόσεις  «Βέγας». Είναι το πρώτο βιβλίο του Νίκου και πιστεύω θα ακολουθήσουν και άλλα…

Χαρακτηριστικά της Γραφής του Νίκου Ναούμη: Ο Νίκος έχει μια ρεαλιστική γραφή. Εστιάζει στην καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων και συγκεκριμένα μιας ελληνικής οικογένειας που βιώνει τις  επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Ο συγγραφέας προσεγγίζει με ευαισθησία και ρεαλισμό τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Αποδίδει, επίσης, με ιδιαίτερα βαθύ τρόπο τις δραματικές καταστάσεις της ανθρώπινης ζωής.

Το μυθιστόρημα και η εποχή: το μυθιστόρημα που μόλις εκδόθηκε, Δεκέμβριος 2018, στηρίζεται στις εμπειρίες του συγγραφέα, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Η  Άννα, η αφηγήτρια του μυθιστορήματος, ξεκινά την αφήγησή της μια συννεφιασμένη μέρα στη Νέα Υόρκη, όπου εργάζεται. Ξετυλίγει τηνιστορία της οικογένειάς της με φόντο την Αθήνα της κρίσης…                  Αναφέρεται στις ενδοοικογενειακές σχέσεις, τις οικονομικές καταστάσεις, το πέρασμα από την εποχή της ευμάρειας στην εποχή των μνημονίων, τις δυσκολίες, τις σπουδές, τους έρωτες, τις απογοητεύσεις, τις απώλειες των αγαπημένων της κλπ. 
      Εμείς με αμείωτο ενδιαφέρον την παρακολουθούμε, αφού η περίοδος στην οποία αναφέρεται είναι  γνωστή και τα πρόσωπα οικεία. 
      Ο Νίκος έχει την ικανότητα να εμβαθύνει με τα λόγια και τις πράξεις των ηρώων του σε πολιτικά, κοινωνικά και ψυχολογικά θέματα… Η ιστορία του ενός μπλέκει με την ιστορία του άλλου και μέσα από τις ιδέες και τα συναισθήματα των ηρώων δημιουργείται ένα ψηφιδωτό, απόψεων, αντιλήψεων και συναισθημάτων. Ο λόγος κατανοητός και η γλώσσα αυτή που  αρμόζει σε ένα συγγραφέα που έχει σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και μελετά πολύ…

Θα αναφερθώ τώρα στα θέματα και στους ήρωες του μυθιστορήματος που με συγκίνησαν περισσότερο: 
Α. Ένα κοινωνικό θέμα που αναδεικνύεται στο μυθιστόρημα του Νίκου είναι αυτό της αναγκαστικής μετανάστευσης των νέων επιστημόνων για επαγγελματική σταδιοδρομία στο εξωτερικό.
          Η Άννα, η αφηγήτρια, αγωνίστηκε να βρει εργασία στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς παρά τα πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικό, γνώσεις ξένων γλωσσών και ηλεκτρονικού υπολογιστή  δεν κατάφερε να βρει εργασία ανάλογη των προσόντων της. Παρά το άριστο βιογραφικό της και τις συνεντεύξεις που δίνει απορρίπτεται… Κυνηγάει το όνειρό της στο εξωτερικό. Αρχικά, στην Ελβετία, στη Γενεύη συγκεκριμένα και μετά στη Νέα Υόρκη. Στην ελβετική πόλη θα εργαστεί σε έναν ξενώνα. Αναλαμβάνει μια δουλειά που δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της. Στη συνέχεια, όμως, έρχεται και η επαγγελματική καταξίωση στη Νέα Υόρκη...
         Η επαγγελματική ανέλιξη της ηρωίδας περνά  ένα αισιόδοξο μήνυμα για τους νέους που αγωνίζονται. Οι σπουδές και τα βαριά βιογραφικά είναι σημαντικά  εφόδια για το μέλλον τους. Και το πιο σημαντικό εφόδιο είναι η ίδια η νιότη τους! Τί να φοβηθούν τα νιάτα;
           Στις αναδρομικές αφηγήσεις της Άννας καταγράφονται και σχολιάζονται κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές συνθήκες της περιόδου της κρίσης. Η αφηγήτρια κάνει τα δικά της σχόλια και αναλύσεις… Και δίνει τη δική της ερμηνεία.
        Η Άννα χρησιμοποιεί βαρείς χαρακτηρισμούς για τα πολιτικά πρόσωπα που τόλμησαν να υποτιμήσουν και  να περιπαίξουν την αξιοπρέπεια ενός κόσμου που ζούσε με τιμιότητα. Ίσως προκαλέσουν τον αναγνώστη οι χαρακτηρισμοί και οι εκφράσεις της… 

Ας μου επιτρέψετε να σας διαβάσω:
«Είναι η εποχή του δόγματος «λεφτά υπάρχουν»• ενός
δόγματος που αφού εντέλει τα περίφημα αυτά «λεφτά που
υπάρχουν» δεν τα έβρισκε κανείς, μας έσπρωξαν στον
κυκλώνα των μνημονίων και της εθνικής κατάθλιψης.

[…]
Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό, είχες και το παχύδερμο να σου λέει κατάμουτρα ότι πρέπει να βγάλω το σκασμό διότι μαζί τα φάγαμε και να πάψω να αντιδρώ. Όχι, ρε τέρας, εγώ και η οικογένειά μου δεν τα φάγαμε μαζί σου.[…] Κάθε τι που έμπαινε στο στομάχι μας είχε ζυμωθεί με κόπο, δάκρυα και ιδρώτα. Τίποτα δεν μας χαρίστηκε…

[…]Κι έρχεσαι εσύ να μου πεις ότι μαζί τα φάγαμε...Όχι, ρε μπάρμπα, δεν τα φάγαμε μαζί...Πάρε αυτές εδώ τις γραμμές και διάβασε πώς τα έφερνε βόλτα η δική μου οικογένεια και μετά βάλε με κι εμένα στο ίδιο τσουβάλι μ’ εσένα, αν σου βαστάει...»

Ο συσσωρευμένος θυμός και η οργή της Άννας ξεσπούν σε ένα μονόλογο, «Κατηγορώ», σ’ αυτόν που ξεστόμισε τη φράση. 
Δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη αγανάκτηση ενός κόσμου που πορεύεται στη ζωή του με τιμιότητα και κόπο… Τα σχόλια δικά σας. 

Β. Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι αυτό της αναπηρίας. Θα σταθώ ιδιαίτερα στον ανάπηρο ήρωα, το Στεφανή.
       Ο συγγραφέας δίνει έμφαση στον ήρωα που μειονεκτεί σωματικά, αλλά δεν μειονεκτεί ως άνθρωπος. Ένα άτομο  που σε κάποιες διακοπές με τον παππού Στέφανο και την αδελφή του Άννα στην Αίγινα μετά από ένα ατύχημα στη θάλασσα καταφέρνει να επιζήσει, αλλά καθηλώνεται πλέον σε αναπηρικό καροτσάκι.
          Νομίζω, ότι ο συγγραφέας Νίκος Ναούμης έχει πλάσει αυτόν τον ανάπηρο ήρωα για να εκφράσει τις απόψεις του για την αναπηρία και τη συμπεριφορά των αρτιμελών προς τους ανάπηρους… Ο Νίκος «ξεγυμνώνει την ψυχή του». Ο ίδιος, ενώ γεννήθηκε υγιής, από μια ασθένεια και ένα ιατρικό λάθος έχει μια αναπηρία στην όραση. Είναι τυφλός.
       Εδώ φαίνεται το ευμετάβολο της ανθρώπινης μοίρας, της ζωής.
       Η τύχη, όπως και η μοίρα, θεωρείται, ήδη από την ελληνική αρχαιότητα, τόσο δυνατή όσο και αβέβαιη ή ευμετάβολη. Δεν μπορούμε να προδικάσουμε τη μοίρα ή να προσδιορίσουμε τα γυρίσματα του κύκλου της ανθρώπινης ζωής. 

Ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη γράφει: [Αντιγόνη, στίχοι 1155-1160 Μτφρ.Ι.Ν.Γρυπάρης]
 Ω εσείς που πλάι καθόστε στα παλάτια 
του Κάδμου και τ' Αμφίονα, δεν υπάρχει 
άνθρωπος, που όσο θα βαστά η ζωή του, 
ή να τον μακαρίσω ή να τον κλάψω• 
γιατ' είναι η τύχη πάντα που ανυψώνει 
τον ένα ευτυχισμένο κι έναν άλλο 
δυστυχισμένο τον σωριάζει χάμω• 
και κανείς δε μπορεί να προφητέψη
το τι φυλάει η Μοίρα στους ανθρώπους.

Η αφηγήτρια αναφέρεται στη συνέχεια στην αντιμετώπιση της αναπηρίας. Παραθέτω απόσπασμα:
     «Η αντιμετώπιση της αναπηρίας είναι λίγο διαφορετική, όπως και η αντίδραση των ανθρώπων κάποιας ηλικίας είναι λίγο παράξενη, το πιο ελαφρύ θα μπορούσα να πω, δυστυχώς, στην πατρίδα μας. Λίγο η έλλειψη παιδείας, λίγο η έλλειψη κουλτούρας, λίγο η άγνοια, ακόμα και σήμερα, και όλοι εκείνοι που βρίσκονται σε ηλικία άνω των πενήντα, στο σύνολό τους και με ελάχιστες εξαιρέσεις, αντιμετωπίζουν έναν ανάπηρο ως αποδέκτη οίκτου. Ειδικά στην επαρχία, αυτό είναι δεδομένο. Ο ανάπηρος εκεί είναι κάτι που ντροπιάζει την οικογένεια και το σπίτι, με αποτέλεσμα να προσπαθεί να το καλύψει. Ένας ανάπηρος στην επαρχία σπάνια απολαμβάνει ό, τι και ένας άνθρωπος ο οποίος είναι τυχερός και δεν έχει κάποιο «κουσούρι», όπως λένε για την αναπηρία». 

           Ως επαρχιώτισσα έχω βιώσει τέτοιου είδους συμπεριφορές: Στο χωριό μου «το κουσούρι» έμπαινε ως προσδιορισμός στο όνομα του ανθρώπουπου το είχε. Για παράδειγμα λέγαμε: η κουτσο-Λένη, ο κουτσο-Νίκος. Σε κάποιες περιπτώσεις εκτόπιζε και το ονοματεπώνυμο: λέγαμε ο κουφός με τη γνωστή ξηρομερίτικη προφορά, αποκοπή φωνηέντων «κ’φός». Λέγαμε «μούτος» το μουγγό. Γκαβό τον τυφλό. Και εννοούσαμε τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Και φυσικά το «κουσούρικο» όνομα, ας μου επιτραπεί η έκφραση,  συνόδευε δια βίου το άτομο. Τόσο πολύ που ξεχνούσαμε το ονοματεπώνυμό του. Το κουσούρι ήταν η ταυτότητά του!
             Δε γνωρίζω επακριβώς ποια είναι η αντιμετώπιση των αναπήρων στα αστικά κέντρα. Η αφηγήτρια αναφέρει την περίπτωση ενός αναπήρου που ζει καλά στην πόλη και έχει  διάφορες ευκαιρίες να εξελιχτεί… Θα συμφωνήσω μαζί της.

       Επιστρέφω στον ήρωα του μυθιστορήματος. Ο Στεφανής είναι ένα «άτομο με ειδικές ανάγκες», όπως θα τον χαρακτηρίζαμε εμείς οι αρτιμελείς. Στην έκφραση αυτή εναντιώνεται η αφηγήτρια και μέσω αυτής ο ίδιος ο συγγραφέας. Προτιμά τη λέξη ανάπηρος.
      Εδώ μου έρχονται στο νου τα λόγια που είχε πει ο ψυχίατρος σήμερα, ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος, ένα άτομο με παραπληγία: «δεν είμαι άτομο με ειδικές ανάγκες. Είμαι ανάπηρος».

Παραθέτω ενδεικτικό απόσπασμα του βιβλίου:
     «Ακούω πολλές φορές να λένε «άτομα με ειδικές ικανότητες» και μου έρχεται να ξεράσω. Μα ο κάθε άνθρωπος, αρτιμελής και μη, είναι ένα ξεχωριστό πλάσμα, και ως τέτοιο έχει και τις δικές του, ξεχωριστές, ειδικές ανάγκες, τις οποίες προσπαθεί να ικανοποιήσει. Δεν έχουν μόνο οι ανάπηροι ειδικές ανάγκες, αλλά όλα τα έμβια όντα.
-Αλήθεια, ερωτεύεται διαφορετικά ένας ανάπηρος;
-Για να το θέσω καλύτερα, ερωτεύεται ειδικά κάποιος ανάπηρος;
     Η μόνη διαφορά που μπορώ να βρω είναι ότι ένας ανάπηρος μπορεί να ερωτευτεί πιο δυνατά, διότι έχοντας επίγνωση της κατάστασής του, όταν διαπιστώσει ότι ένα άλλο πλάσμα του δίνει τη δυνατότητα να νιώσει ολοκληρωμένος άνθρωπος, φυσιολογικός άνθρωπος, προσπαθεί να του το ανταποδώσει στο δεκαπλάσιο για να καλύψει στα μάτια του άλλου το έλλειμμα που η κοινωνία του φόρτωσε. Διότι, σε τελική ανάλυση, πρόβλημα δεν αποτελεί η σωματική αλλά η συναισθηματική αναπηρία, και συναισθηματικά ανάπηρους συναντάς συνήθως στον κόσμο των αρτιμελών».

Ως αναγνώστρια στις φράσεις αυτές σταματώ την ανάγνωση.
Ως φιλόλογος σταματώ τις φιλολογικές σημειώσεις και τα σχόλια…
Ως άνθρωπος προβληματίζομαι πολύ… 

Συνέρχομαι και ψιθυρίζω τους στίχους της Κικής Δημουλά: 
«Οι λέξεις φταίνε. 
Αυτές ενθάρρυναν τα πράγματα σιγά σιγά ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν…»
[Από το ποίημα: Επεισόδιο]

           Κυρίες και κύριοι, εγώ έκανα τη δική μου ανάγνωση. Σας έδωσα σε γενικές γραμμές τα κυριότερα, για μένα, σημεία του βιβλίου. Από την πείρα μου γνωρίζω πως για το ίδιο βιβλίο ο κάθε αναγνώστης θα βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Ανάλογα με τα δικά του κριτήρια, τις γνώσεις του, τα βιώματά του, το χαρακτήρα του κλπ. Για παράδειγμα οι μαθητές μου που είναι παρόντες, ως έφηβοι θα εστιάσουν στα ερωτικά της Άννας… 
       Γι’ αυτό καλό είναι να διαβάσετε μόνοι σας το βιβλίο και να σχηματίσετε τη δική σας άποψη για το περιεχόμενο και για το συγγραφέα… Και να πείτε ή να γράψετε τα σχόλιά σας στο Νίκο…
-Φίλε Νίκο, καλοτάξιδο το βιβλίο σου και περιμένουμε το επόμενο!
***********


Σημείωση: Το παρόν κείμενο εκφωνήθηκε από τη γράφουσα στην παρουσίαση του βιβλίου του του ΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥΜΗ «Ο λυγμός της καταιγίδας», που πραγματοποιήθηκε στο Αγρίνιο στις 17 Δεκεμβρίου 2018 στο ξενοδοχείο Imperial.

xiromeronews

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Τα κείμενα των αναγνωστών που δημοσιεύονται εκφράζονται από τους ιδίους και δεν υιοθετούνται κατά ανάγκη από το παρόν ιστολόγιο.

.....................................................................................................................